Κυριακή 13 Μάρτη 2011
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
Μικρές σελίδες

Ο εξαίρετος επιστήμονας και συγγραφέας Γεράσιμος Ρηγάτος, πρόσθεσε στο πλούσιο συγγραφικό του έργο, ένα ακόμη «διαμάντι» υπό τον τίτλο «Η Διατροφική Παράδοση στην Ελλάδα» και υπότιτλο «Ιστορικές και Πολιτιστικές Διαδρομές» (εκδ. «ΒΗΤΑ»). Η συγγραφική του «δύναμη» απαριθμείται από 65 βιβλία, ελληνικά και ξενόγλωσσα, από τα οποία τα 40 κινούνται στο χώρο του πολιτισμού της ιατρικής.

Στο τελευταίο του πόνημα, ο Γ. Ρ. οδηγεί τον αναγνώστη σε ενδιαφέρουσες πολιτιστικές διαδρομές που καλύπτουν διαχρονικά ολόκληρο το εύρος της ελληνικής διατροφικής παράδοσης.

Μέσα από τις σελίδες του, γνωρίζουμε, πως η βελτίωση του ανθρώπινου είδους, συνδέθηκε στενά με τη διατροφή του. Αναφέρεται ότι από τα χρόνια της προϊστορίας, η αύξηση του ύψους και της διάρκειας ζωής, συνδυάστηκαν με την πλουσιότερη διατροφή. Υποστηρίζεται επίσης ότι η κρεοφαγία και η μαγειρική συντέλεσαν τόσο στην κοινωνική οργάνωση, όσο και στην ανάπτυξη του πολιτισμού. Στο βιβλίο, εξετάζονται τα στοιχεία που περιγράφουν τη διατροφή κατά τους ομηρικούς χρόνους, τις σχετικές γνώσεις της προϊπποκρατικής ιατρικής, τα περί διαίτης βιβλία του Ιπποκράτη και των διαδόχων του, τα περί τροφής βιβλία του Γαληνού και των μεταγενέστερων γιατρών. Εξετάζονται επίσης τα σχετικά με τη διατροφή κατά τα συμπόσια, την κατανάλωση των βρώσιμων αγαθών από τις θυσίες και έργα που αναφέρονται ειδικά στην ψαροφαγία. Οι αναφορές στις περί διατροφής γνώσεις και αντιλήψεις των βυζαντινών, στηρίζονται όχι μόνο σε βιβλία γιατρών, αλλά και στα γραφόμενα από λόγιους, καθώς και σε λαϊκότερα κείμενα. Οι επόμενοι αιώνες κληρονομούν τις υπάρχουσες γνώσεις, τις εμπλουτίζουν με τα στοιχεία που συνεισφέρει ο Διαφωτισμός και με τα νεότερα επιστημονικά δεδομένα και προσαρμόζουν τη διατροφή στις κοινωνικές απαιτήσεις της εποχής.

Καθ' οδόν: Στο Νεραϊδοχώρι

Τούτη την Κυριακή θα πάρουμε τα βουνά και θα βρεθούμε στο χωριό μιας νεράιδας, ή αλλιώς στον τόπο των αερικών και των λαϊκών παραδόσεων...

Στ' Ασπροπόταμο της Πίνδου και σε απόσταση 50 χλμ. από τα Τρίκαλα πάνω στην Εθνική οδό Τρικάλων - Αρτας βρίσκεται το Νεραϊδοχώρι. Το χωριό είναι χτισμένο ανάμεσα σε ψηλά βουνά σε υψόμετρο 1.140 μέτρων στις πλαγιές του Κόζιακα και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς του νομού Τρικάλων. Η παλιά του ονομασία είναι Βετερνίκο ή Βετερνίκ ή Βετορνίκη. Bρίσκεται μέσα στα έλατα, σε μία περιοχή με πολλές ομορφιές και ανεμπόδιστη θέα προς τις απέναντι επιβλητικές κορυφές Λουπάτα, Μαρόσα και Αυγό. Από εδώ καταγόταν ο ήρωας της επανάστασης του 1821 Χριστόδουλος Χατζηπέτρος (1764 - 1869), ο οποίος υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Ελαβε μέρος στις μάχες της Αράχωβας, της Πέτρας και του Φαλήρου, στη διάρκεια της οποίας ξεψύχησε στα χέρια του Καραϊσκάκη.

Το χωριό καταστράφηκε από τους Τούρκους, αλλά και από τους Γερμανούς. Πολύ κοντά στο Νεραϊδοχώρι λειτουργεί το χιονοδρομικό κέντρο του Περτουλίου, το οποίο έχει αναδείξει την περιοχή σε τουριστικό προορισμό.

Ως κοινότητα Βετερνίκου αναγνωρίστηκε το 1912, ενώ μετονομάστηκε σε κοινότητα Νεραϊδοχωρίου το 1930 από τη βουνοκορφή της Νεράιδας. Από το 1959 μέχρι το 1978 ονομαζόταν κοινότητα Χατζηπερίου προς τιμή των Χατζηπετραίων. Το 1979 το χωριό μετονομάστηκε σε κοινότητα Νεραϊδοχωρίου.


Εκτός από τις φυσικές του ομορφιές, που αποκαλύπτονται συνεχώς μπροστά μας, αξίζουν μια επίσκεψη η εκκλησία του Αγ. Νικολάου (τρίκλιτη βασιλική του 1764) στο κέντρο του χωριού, όπου βρίσκεται και η προτομή του Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, η πλατεία με τον πλάτανο και τη βρύση, ο παλιός νερόμυλος, το πέτρινο γεφύρι του Χατζηπέτρου, χτισμένο το 1750 (με μήκος 30 μέτρα, ύψος 8 μέτρα και άνοιγμα τόξου 17,5 μέτρα) και η εκκλησία της Αγ. Παρασκευής χτισμένη πάνω σε βράχο το 1792, με θέα στην κοιλάδα του Περτουλιώτη και στην Πύρρα, που τη συναντάμε 2 χλμ. μετά το χωριό.

Εκτός από τα αξιοθέατα, «επιβάλλονται» και οι εξής διαδρομές: Η σπουδαιότερη γίνεται προς την κορυφή Μαρόσα που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.980 μέτρων. Από εκεί η θέα προς τις γύρω κορυφές είναι εντυπωσιακή. Μια άλλη διαδρομή μπορεί να γίνει από τη θέση «Ξυλογέφυρο» προς την κορυφή Λουπάτα σε υψόμετρο 2.066 μέτρων.

Το Βετερνίκ

Ετυμολογικά το όνομα «Βετερνίκ» παρουσιάζει δυσκολίες. Σύμφωνα με τους Β. Στρελλό και Α. Χατζηγάκη είναι σλαβική ανεξήγητη από το «Βετιέρ» που σημαίνει αέρας ή ανεμοχώρι, πιθανόν από το Λατινικό Vertus (γεν. Veteris) που σημαίνει παλιός και το κουτσοσλάβικο «νικ» που σημαίνει μικρός δηλαδή παλιό και μικρό χωριό, ίσως και από το κουτσοσλάβικο «μπάντε νικ» που σημαίνει μικρό οροπέδιο. Κατ' άλλη εκδοχή είναι σύνθετη από τη σλαβική «Βέτερ» που σημαίνει άνεμος, πνοή ανέμου και από την παραγωγική κατάληξη «νικ» - «νίκο» που σημαίνει ουδείς, δηλαδή τόπος που δεν τον πιάνει ο άνεμος. Επίσης η σλαβική λέξη «Βετερνίκ» ή «Βετρονίκ» μεταφορικά σημαίνει ελαφρός άνεμος, νεραϊδοπαρμένος ή τόπος των αερικών. Στην έρευνα αυτή πιθανόν να στηρίζεται και η παράδοση που έδωσε το όνομα Νεραϊδοχώρι.


Η κτίση του χωριού δεν είναι γνωστή. Οι κάθοδοι των Σλάβων είναι δύο. Η πρώτη τον 6ο-7ο αιώνα και η δεύτερη τον 13ο-14ο αιώνα. Το χωριό κάηκε το 1823 από τους Τούρκους.

Λαϊκές ιστορίες και παραδόσεις

Υπάρχουν ιστορίες και παραδόσεις του χωριού, που έχουν μεταφερθεί από γενιά σε γενιά και διασώζονται μέχρι και σήμερα. Οι περισσότερες ιστορίες συσχετίζονται με γεγονότα φανταστικά ή πραγματικά που έχουν συμβεί κατά καιρούς μέσα στο χωριό ή και σε τοποθεσίες γύρω απ' αυτό. Τις διηγούνταν οι γονείς στα παιδιά τους και οι παππούδες στα εγγόνια τους, είτε για να τα φοβερίσουν και να κάτσουν φρόνημα, είτε για ψυχαγωγία. Πρέπει να τονιστεί ότι τα βουνά γύρω από το χωριό τα πιο παλιά χρόνια ήταν πολύ πιο δύσβατα και παντού παραμόνευαν εκπλήξεις για τους διαβάτες. Ακόμη και τώρα πολύ εύκολα μπορεί κάποιος να χάσει τον προσανατολισμό του μέσα στην τόσο πυκνή βλάστηση.

Οι δυο κοπέλες

Το Νεραϊδοχώρι είναι κτισμένο ανάμεσα στα ψηλά βουνά Μαρόσα και Νεράιδα. Η παράδοση αναφέρει ότι υπήρχαν κάποτε στο χωριό δυο πλούσια και όμορφα κορίτσια. Το ένα το έλεγαν Μάρω και το άλλο Νεραϊδούλα. Κλέφτες πατήσανε στο χωριό γυρεύοντας να πάρουν αιχμάλωτες τις δυο κοπέλες. Μα εκείνες κατόρθωσαν να ξεφύγουν. Η μια ανέβηκε στην κορυφή του ενός βουνού και η άλλη στην κορυφή του άλλου βουνού. Οταν οι κλέφτες φύγανε, τα κορίτσια δεν γύρισαν στο χωριό. Είχαν χαθεί. Οι γέροι και οι γριές του χωριού λέγανε ότι πολλές φορές, τις φεγγαρόλουστες βραδιές, βλέπανε τις σκιές τους και τις σκοτεινές νύχτες ακούγανε τις παραπονιάρικες φωνές τους. Από τότε τα βουνά ονομάστηκαν «Μαρόσα» και «Νεράιδα». Απ' την παράδοση αυτή το χωριό έλαβε το όνομα «Νεραϊδοχώρι».

Το φαράγγι της Μάννας


Μεγάλη απότομη χαράδρα μεταξύ των χωριών Περτούλι και Βετερνίκο. Ο Κιπτινέλος και η Φούρκα, άγρια και δυσπρόσιτα βουνά, σχηματίζουν το φαράγγι της Μάννας, για το οποίο παλιός γιδάρης διηγούνταν την κατοπινή παράδοση: «Τα δυο σκυλοβούνια», έλεγε, «ήταν άλλοτε στα παλιά χρόνια ανταμουμένα και απάνου πάνου ξεχώριζαν δυο τρανά τσουγκριά το 'να πλάι στ' άλλο. Τις αυγές σύνταχα ένας στερφάρης τσοπάνης, ψηλός σαν κυπαρίσσι με πλατύ τ' αστήθι, Κιπτινέλο τον κράζανε στο χωριό του το Βετερνίκ και μια τσοπανοπούλα λιανή κ' αψηλή σαν ξύλο φούρκας, γι' αυτό στο χωριό της το Περτούλι τη νοματίζανε "Φούρκα", βγαίνανε πάνου στα τσουγκριά κι' αγνάντευαν τα όμορφα τα τόπια. Ενα πρωινό που ο Κιπτινέλος ανεβασμένος στο τσουγκρί βαρούσε στη φλογέρα του ερωτικό τραγούδι κι' Φούρκα αντίκρυ του το κλωθογύριζε σιγοτραγουδώντας, ένας κουρνιαχτός σκώθηκε, μια βουή ακούστηκε και το βουνό με τα τσουγκριά τραντάχτηκε, σείστηκε δώθε - κείθε, άνοιξε με μιας σε δυο, κύλισαν χώματα, κοτρόνια, γενήκανε σάρες, ρούσαν τα χαλιάδια σαν ποτάμι. Τα τσοπανόπουλα κατρακύλισαν, βούλιαξαν παν' κι' ακόμα παν' κατ' στουν άπατου τουν πάτου. Στο χωριό οι γερόντοι Σαρακατσαναίοι έχουν να λένε, πως τα παιδιά πετρωμένα βρίσκονται πίσω απ' την πλακανήθρα της σπηλιάς, που στα χρόνια του Γιουσούφ Αράπη και της Επανάστασης οι πρόγονοί τους κρύψανε μέσα τα δικά τους πράγματα. Λεν ακόμα ότι στις χινοπωριάτικες νύχτες ακούνε κι απελπιστικές φωνές να βγαίνουν απ' τα βάθη της σπηλιάς ή απ' τον ολόρθο βράχο που μοιάζει σα μεγάλη ασπρόκοττα. Κι' οι χωριάτες ξηγάνε πως οι φωνές βγαίνουν απ' τα πλακωμένα τσοπανόπουλα».

Καρπούζα


Κάποια άνοιξη ο πριονάς του χωριού βρήκε σε μικροσπηλιά πλάι στο πριόνι του ένα κοριτσάκι. Ο πριονάς που δεν είχε δικά του παιδιά, με χαρά πήρε το μικρό να τ' αναθρέψει σα να' ταν δικό του παιδί. Το κορίτσι μεγάλωσε. Ενας νιος του χωριού τ' αγάπησε. Μα ο πατέρας του ποτέ δεν θα 'βαζε στο σπίτι του ένα μπαστάρδικο. Γι' αυτό έσπευσε να παντρέψει το γιο του μ' άλλο κορίτσι. Η κόρη του πριονά κατασυντριμμένη, άφησε το σπίτι ένα δείλι και χάθηκε. Ο πριονάς πουθενά δεν μπόρεσε να τη βρει, αφού αυτή είχε τρυπώσει στη σπηλιά της νεράιδας, λίγο πιο πάνω από το πριόνι. Εκεί έμεινε χρόνια πολλά τρώγοντας αγριομέλι και αγριόχορτα ώσπου μια μέρα, Νεραϊδοπαρμένη γριούλα, τη βρήκαν πνιγμένη στο βυθό του ποταμιού απ' το οποίο τόσες αυγές την είχαν ακούσει να φωνάζει ζητώντας διάφορα πράγματα, που της άφηναν κάπου εκεί οι γριές του χωριού και την είχαν ιδεί να λούζεται έχοντας δεμένο στη μέση ένα μεγάλο νεροκάρπουζο. Από τότε ο βυθός του ποταμιού πήρε το όνομα Καρπούζα.

Οι Λάμιες

Οι Λάμιες κατά την παράδοση τρώνε τους ανθρώπους. Οι μάνες για να φοβίσουν τα παιδιά τους που ατακτούνε, λένε πως έρχεται η Λάμια. Ετσι τα παιδιά πάνε και πλαγιάζουν. Λένε ακόμα το παραμύθι του Κοντορεβιθούλη, που, κρυμμένος σε ντουβάρι, σκοτώνει με το σπαθί του τη Λάμια που περνά. Ετσι τρυπώντας την κοιλιά της Λάμιας βγαίνουν οι φαγωμένοι άνθρωποι ζωντανοί. Οι χωριάτες ορίζουν κατοικία της Λάμιας σπίτια με υπόγειους λαβυρίνθους και κρυμμένους εξώστες. Για να φυλάγεται η Λάμια έχει μια πέρδικα που με το λάλημά της την ειδοποιεί ότι κάποιος περνάει έξω από τη σπηλιά της. Κατά τη μυθολογία, η Λάμια κορίτσι του Βήλου και της Λιβύης αγαπήθηκε από τον Δία. Η Ηρα από ζήλεια σκοτώνει το παιδί τους και η Λάμια απ' τον καημό της γίνηκε φάντασμα.


Eurokinissi


Eurokinissi


Επιμέλεια:
Ελένη ΑΡΓΥΡΙΟΥ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ