Κυριακή 8 Απρίλη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 4
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Το επιτύμβιο

Κατά την αρχαιότητα, όταν πέθαινε κάποιος σπουδαίος, τον έθαβαν μέσα σε έναν τάφο που είχε τη μορφή κιβωτίου και ήταν κατασκευασμένος από πωρόλιθο. Πάνω από αυτό τον κιβωτιόσχημο τάφο συσσώρευαν χώμα και έφτιαχναν ένα χαμηλό λοφίσκο, τον «τύμβο» (από όπου και η σημερινή λέξη «τούμπα») και πάνω από αυτόν έστηναν μια «επιτύμβια», μαρμάρινη στήλη, όπου με χαμηλό ανάγλυφο παριστανόταν η μορφή του νεκρού και το όνομά του. Τελικά όμως η αρχαιολογική έρευνα κατέληξε να χαρακτηρίζει κάθε τι που στηνόταν πάνω σε ένα τάφο ως «επιτύμβιο». Κάθε τι που σκέπαζε ένα σπουδαίο νεκρό και όχι μόνο τον σκέπαζε, αλλά και τον σήμαινε. Κάθε επιτύμβια κατασκευή, δηλαδή, δεν ήτανε ένα απλό, ουδέτερο σκέπαστρο, αλλά έδειχνε κιόλας από μακριά πως εκεί, κάτω από τον χωμάτινο λόφο, ήταν θαμμένος ο Μνησικλής, π.χ. ή ο Αλκιβιάδης, ή ο Ευφρόνιος. Ετσι, όσοι περνούσαν από εκεί κοντά έβλεπαν το όνομα του νεκρού κι αν ήτανε φίλος τους κοντοστέκονταν και χαιρετούσαν.

Κι όλα αυτά τα σκέφτηκα, όσο τελείωνε η Αττική Οδός και πλησίαζε το αυτοκίνητο προς το αεροδρόμιο των Σπάτων. Και τα σκέφτηκα, γιατί μόλις φάνηκαν μέσα στο μούχρωμα του αττικού δειλινού οι πρώτες αεροδρομικές κατασκευές, με κατέλαβε έντονη η εντύπωση ότι μπροστά μου απλωνόταν ένα επιβλητικό «επιτύμβιο». Ολα γύρω μου συνεργούσαν, και εγώ όλο και πιο πολύ παγιδευόμουν στην εντύπωση του «επιτύμβιου». Τα πολυώροφα κάτασπρα και απρόσωπα οικοδομήματα, οι δρόμοι που τεμαχίζουν το αττικό τοπίο σε ετοιμοθάνατα επίπεδα, τα λιόδεντρα που δεν υπάρχουν πια, τα αμπέλια που έχουν χαθεί, οι υποψίες των προϊστορικών πελμάτων που έχουν καταβροχθιστεί από τα σαγόνια της κερδοφόρας εργολαβικής μπουλντόζας. Και το πολυτραγουδισμένο αττικό φως να εξοστρακίζεται, γλιστρώντας με κραυγαλέες επικλήσεις βοήθειας πάνω σε σκαμμένα χώματα, στις στέγες σκονισμένων αυτοκινήτων. Γενικώς ένα νεκρό τοπίο που δε σημαίνει τίποτε, ενώ κάποτε σήμαινε τη ζωή και παρέπεμπε στον ζωντανό Μνησικλή που έκανε έρωτα με τη Θίσβη, οποιαδήποτε Θίσβη, δεν έχει σημασία, κάτω από τα λιόδεντρα που με τόση μαστοριά είχε κλαδέψει ο Δημόδοκος. Ενα τοπίο νεκρό, που σήμερα παραπέμπει σε στεναγμούς απογοήτευσης, αλαζονικούς κομπασμούς και νεοπλουτική έπαρση. Που παραπέμπει στην απώλεια του Ελληνικού, ως ήθους, συνόλου χρωμάτων και οσμών, του ολύμπιου μέτρου και του ταπεινού εργατικού μόχθου.

Και στο τέλος των λεωφόρων της καταστροφής, του κατασκαμμένου αττικού τοπίου, στην άκρη του ατελείωτου κιβωτιόσχημου τάφου η κορύφωση του κομπασμού, η ακραία διατύπωση της αλαζονείας και της νεοπλουτικής οιμωγής: το αεροδρόμιο των Σπάτων.

Οπως το αντίκρισα αναρωτήθηκα αν βρίσκομαι στην Ελλάδα. Οχι γιατί δεν υπήρχε ο γνωστός ιστός με την ελληνική σημαία, ούτε γιατί δε μας υποδεχόταν από τις αβυσσαλέες θύρες της εθνικής υπερπολυτελούς παράγκας ο γνωστός ελληνοπρεπής φουστανελάς. Οχι. Αλλά γιατί τίποτε εκεί δεν αποκάλυπτε την υπηκοότητα του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Ούτε τα χτισμένα, ούτε τα άχτιστα. Ούτε τα χρώματα, ούτε τα σχήματα. Κόσμος μόνο. Πολύς κόσμος που μιλούσε ελληνικά, που έβριζε ελληνικά, που συνθλιβόταν κάτω από την υπερσύγχρονη αδιαφορία των απόντων αρμοδίων και προσπαθούσε να διατηρήσει την εθνική του υπερηφάνεια, γιατί έτσι του είπαν την ημέρα των εγκαινίων. Του είπαν, δηλαδή, πως τέτοιο επιτύμβιο σήμα κανείς και πουθενά δεν έχει κατασκευάσει. Είναι το πιο μεγάλο, του είπαν, και χωράει όλους τους Ελληνες. Είναι μοντέρνο, του είπαν, και λειτουργεί χωρίς λάθη. Είναι στιλπνό, του είπαν, και μπορεί να καθρεφτιστεί πάνω στις στιλπνές επιφάνειές του, για να δει το ευτυχισμένο και περήφανο εθνικό του πρόσωπο.

Και, αλήθεια, πού ήτανε όλοι αυτοί που του τα είπαν όλα αυτά; Πόσοι από αυτούς ζήτησαν συγνώμη, γιατί έκαναν λάθος; Πόσοι από αυτούς βρήκαν το θάρρος να κατέβουν από την ολύμπια τρώγλη τους και να ψάξουν μαζί με τους απελπισμένους περήφανους ταξιδιώτες τις χαμένες βαλίτσες τους, να καθησυχάσουν τις έξαλλες μαμάδες που είχαν χάσει τα περήφανα τέκνα τους, τους περήφανους παππούδες, που εις μάτην έψαχναν τις τουαλέτες.

Ετσι, για να τους γνωρίσουμε και να σκαλίσουμε τα ονόματά τους πάνω στη μαρμάρινη επιτύμβια στήλη των Σπάτων, όπως έκαναν οι αρχαίοι πάνω από τους τάφους των σπουδαίων νεκρών!


Του
Γ. Χ. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗ


Κορυφή σελίδας
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ