ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 22 Μάη 2011
Σελ. /32
ΕΡΓΑΤΙΚΑ
ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΣΕΣ
Κάτω από τη σημαία της ΕΕ και των μονοπωλίων

Από τη διαμαρτυρία του ΠΑΜΕ για το συνέδριο της εργατικής αριστοκρατίας
Από τη διαμαρτυρία του ΠΑΜΕ για το συνέδριο της εργατικής αριστοκρατίας
Την προηγούμενη βδομάδα στο Μέγαρο Μουσικής έγινε το 12ο Συνέδριο της Συνομοσπονδίας Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ). Ενα συνέδριο που, με τις εργασίες του και τα ντοκουμέντα του, επιβεβαίωσε το ρόλο της ΣΕΣ σαν ατόφιου εκφραστή της «εργατικής αριστοκρατίας», πιστού υπηρέτη της Ευρωπαϊκής Ενωσης, προπαγανδιστή του «κοινωνικού εταιρισμού» και του «κοινωνικού διαλόγου» ως μέσο χειραγώγησης των εργαζομένων και υποταγής τους στις επιδιώξεις του κεφαλαίου. Στο βασικό ντοκουμέντο του συνεδρίου «Στρατηγική και σχέδιο δράσης 2011-2014» αποτυπώνεται με τον πιο παραστατικό τρόπο η προσπάθεια της ΣΕΣ να εγκλωβίσει τους Ευρωπαίους εργαζόμενους στη στρατηγική των ευρωπαϊκών μονοπωλίων, υπό το ημίψηλο του λεγόμενου «ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου», να προβάλει το πρόσωπο ενός «καλού καπιταλισμού» που, αποκαθαρμένος από τις σκοτεινές πλευρές του «νεοφιλελευθερισμού», μπορεί να εξασφαλίσει τη βιωσιμότητά του για όλους - εργαζόμενους και κεφάλαιο - απέναντι στην αύξηση του διεθνούς ανταγωνισμού.

Η εργατική αριστοκρατία φροντίζει να δώσει το στίγμα της από την πρώτη στιγμή στην εκτίμηση που κάνει για τη σημερινή κρίση. Πού οφείλεται λοιπόν η καπιταλιστική κρίση; «.. προκλήθηκε από την απληστία, την ανευθυνότητα και την ανικανότητα των τραπεζών...». Και τι πληρώνουν οι εργαζόμενοι; Η ΣΕΣ απαντά: «Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι πληρώνουν βαρύ τίμημα για την απερισκεψία του χρηματοοικονομικού κόσμου...». Τι βαθυστόχαστη ταξική ανάλυση. Πόσο κομψή διατύπωση από τους εργατοπατέρες της ΣΕΣ.

Ο οδηγός του «καλού» καπιταλισμού

Αφού έχει εξαφανίσει την καπιταλιστική κρίση, βάζοντας στη θέση της ένα πρόβλημα «χρηματαγορών», είναι φυσικό για τη ΣΕΣ να κάνει προτάσεις για να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα της γιγάντωσης των χρηματαγορών; «Οι χρηματαγορές δεν χρειάζονται απλά εποπτεία και έλεγχο, αλλά απαιτούν και αποτελεσματική ρύθμιση». Σε αυτό προσθέτουν την «εισαγωγή φόρου στις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές» και ακόμα «έλεγχο στα μπόνους των τραπεζιτών» και «να αντιμετωπίζονται με αποφασιστικότητα οι φορολογικοί παράδεισοι...». Η «δίκαιη ευρωπαϊκή οικονομική διακυβέρνηση», που πρεσβεύει η ΣΕΣ, δεν είναι τίποτα άλλο παρά καραμπινάτος καπιταλισμός, μια ακόμα πολιτική διαχείρισης των αντιφάσεών του και των δυσκολιών σταθεροποίησής του. Γι' αυτήν τη σταθεροποίηση υπέρ του κεφαλαίου πασχίζουν οι εργατοπατέρες, παρουσιάζοντας τις προτάσεις τους ως φιλεργατικές. Ακόμα και την προσπάθεια της Κομισιόν, με τις αποφάσεις του Μάρτη να θέσει ζήτημα παρέμβασης στις συλλογικές συμβάσεις, η ΣΕΣ την αντικρούει όχι από τη σκοπιά των εργατικών συμφερόντων, αλλά γιατί έτσι παραβιάζεται η συνθήκη της Λισαβόνας και η ΕΕ μπορεί να γίνει στόχος λαϊκών αντιδράσεων. Οπως χαρακτηριστικά σημειώνει: «Η ΕΕ θα μπορούσε να γίνει στόχος των λαϊκών αναταραχών αν στην προσπάθειά της για επίτευξη σταθερότητας επέμβει δραστικά σε θέματα που ορίζονται από τη Συνθήκη της Λισαβόνας ως εθνικά θέματα, όπως οι συλλογικές συμβάσεις». Για τη διατήρηση της ΕΕ και την απρόσκοπτη εφαρμογή της Λισαβόνας ενδιαφέρεται η ΣΕΣ και το ομολογεί.

Την ίδια στιγμή φροντίζει να βγάλει λάδι τις αστικές κυβερνήσεις, αφού οι καημένες «... οι περισσότερες δυτικές κυβερνήσεις βρέθηκαν σε κατάσταση ομηρίας από τους χρηματοπιστωτικούς παράγοντες που ήταν "πάρα πολύ μεγάλοι και πολύ διασυνδεδεμένοι για να χρεοκοπήσουν"». Και έτσι δικαιολογούνται και τα πακέτα στήριξης εκατοντάδων δισ. ευρώ και δολαρίων προς τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς για «να διασωθούν», αφού οι κυβερνήσεις ήταν όμηροι και δεν μπορούσαν να τις αφήσουν να χρεοκοπήσουν. Γι' αυτό «η ΣΕΣ απαιτεί το νέο χρηματοπιστωτικό τοπίο θα πρέπει να έχει μικρότερες διαστάσεις, να αναπτύσσεται πιο αργά, να είναι πιο απλό στη δομή του... να είναι πιο δημοκρατικό και διαφανές»! Θα μπορούσε να είναι και ο οδηγός για τον «καλό» «δημοκρατικό» καπιταλισμό.

Ανησυχούν για την «flexicurity»

Την ίδια ανησυχία εκφράζει για τις γενικότερες αλλαγές στην αγορά εργασίας και στην παραπέρα ευελιξία, αφού θεωρεί ότι έτσι «δεν αναγνωρίζεται η επιδείνωση της απασχόλησης που προκαλείται από την αύξηση της επισφαλούς εργασίας που δυσφημεί τη φήμη του flexicurity». Η δυσφήμηση της «flexicurity», αυτός είναι ο καημός της ΣΕΣ, που κοροϊδεύει προκλητικά τους εργαζόμενους, αφού η περίφημη «flexicurity» είναι συνώνυμο της γενικής αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων, όσο και αν θέλουν να την ρετουσάρουν οι εργατοπατέρες. Και βέβαια αυτή η αποδιάρθρωση καθόλου δεν οφείλεται σε παρερμηνεία εκ μέρους των εργοδοτών, όπως ισχυρίζονται. «Η έννοια της ευελιξίας με ασφάλεια έχει σε πολλές περιπτώσεις παρερμηνευτεί από τους εργοδότες και τις κυβερνήσεις, προκειμένου να αποδυναμωθεί η προστασία της εργασίας». Η ΣΕΣ δε θέλει να ομολογήσει ότι όλες οι καταστρατηγήσεις εκ μέρους των εργοδοτών δεν οφείλονται σε παρερμηνεία, αλλά είναι το φυσικό αποτέλεσμα των ίδιων των παρεμβάσεων και οδηγιών της ΕΕ, τις οποίες ασμένως στηρίζει και η ίδια.

Και είναι μέγιστη πρόκληση και κοροϊδία σε βάρος των εργαζομένων να δηλώνει η ΣΕΣ ότι δήθεν:

  • «Θα μεριμνήσει για την προστασία των εργαζομένων, ανεξάρτητα από τον τύπο εργασίας τους, μέσα από συλλογικές συμβάσεις ή και νομοθεσίες, υποστηρίζοντας έτσι τον ευρωπαϊκό κοινωνικό διάλογο...».

Οτι θα συνεχίσει:

  • «Να καταβάλλει προσπάθειες για την πρόληψη και εξάλειψη όλων των μορφών διακρίσεων σε βάρος των εργαζομένων βάσει συμβάσεων ορισμένου χρόνου, μερικής ή προσωρινής απασχόλησης».
  • «Να παρακολουθεί και να εξασφαλίζει την ορθή εφαρμογή της οδηγίας για την προσωρινή απασχόληση (σ.σ. ενοικίαση)».

Παραθέσαμε τα παραπάνω σημεία γιατί είναι αποκαλυπτικά των θέσεων της ΣΕΣ και του ρόλου της. Οι εργατοπατέρες της ΣΕΣ δεν απορρίπτουν τη μερική απασχόληση, τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου, δηλαδή τα μισά μεροκάματα και τους μισούς μισθούς, αλλά ζητούν να μη γίνονται διακρίσεις, να εφαρμόζονται σωστά οι οδηγίες... Για ποια όμως προστασία των εργαζομένων μπορεί να γίνεται λόγος, όταν αποδέχεσαι ακόμα και την ενοικίαση εργατών, το σκληρό καθεστώς εκμετάλλευσης των δουλεμπορικών; Τι διαφορετικό κάνουν και προπαγανδίζουν οι εκπρόσωποι της Κομισιόν και οι εθνικές κυβερνήσεις, που ενώ επιβάλλουν όλες τις μορφές υπερεκμετάλλευσης προβάλλουν το ενδιαφέρον τους για τη σωστή εφαρμογή τους; Γίνεται λοιπόν φανερό ότι η ΣΕΣ επιβεβαιώνει ακόμα μια φορά ότι είναι το μακρύ χέρι της Κομισιόν μέσα στο ευρωπαϊκό εργατικό κίνημα, ότι η εργατική αριστοκρατία «πρακτορεύει» τις θέσεις και τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Μοντέλο φτώχειας

Γι' αυτό, αντί για πάλη των συνδικάτων, με πλαίσιο διεκδικήσεων που θα αντιπαλεύουν τη στρατηγική της ΕΕ και τα συμφέροντα των μονοπωλίων, αντιτάσσοντας τις σύγχρονες ανάγκες του ευρωπαϊκού προλεταριάτου, επιχειρεί να παγιδεύσει τους εργαζόμενους στο «ευρωπαϊκό κοινωνικό μοντέλο» και στην «εφαρμογή προτύπων εργασίας που πρέπει να εγγυώνται ένα κατώτατο όριο θεμελιωδών κοινωνικών δικαιωμάτων για όλους...». Δηλαδή ένα δίχτυ στο κατώτερο επίπεδο, με εργασιακά πρότυπα ...τη μιζέρια και τη φτώχεια.

Η στρατηγική αυτή αποτυπώνεται με πολύ χαρακτηριστικό τρόπο και στην ίδια την αντίληψη της ΣΕΣ για το θέμα της «ανισότητας». Αφήνουμε κατά μέρος ότι η βολική αυτή λέξη έρχεται να αντικαταστήσει την έννοια της ταξικής εκμετάλλευσης, την οποία οι εργατοπατέρες αποφεύγουν όπως ο «διάβολος το λιβάνι». Ιδού η αντίληψή τους: «Το θέμα της ανισότητας και το πρόβλημα της κοινωνικής συνοχής ανακύπτουν σε διάφορα επίπεδα: Ανισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών, μεταξύ πλουσίων και φτωχών, μεταξύ νέων εργαζομένων και εκείνων που έχουν ήδη επαγγελματική εμπειρία, μεταξύ εκείνων που έχουν θέσεις εργασίας και εκείνων που δεν έχουν..!». Θαυμάστε ανάλυση συνδικάτου. Η «ανισότητα» άνδρα και γυναίκας είναι της ίδιας τάξης με αυτή μεταξύ πλούσιου και φτωχού. Η ΣΕΣ ανακαλύπτει κάθε είδους «ανισότητα», αλλά από την εμβριθή ανάλυσή της απουσιάζει μία και μοναδική. Του εργάτη και του κεφαλαιοκράτη. Των εκατοντάδων εκατομμυρίων στην ΕΕ που μη έχοντας κανένα μέσο στα χέρια τους πουλάνε την εργατική δύναμή τους για να ζήσουν. Και αυτών των λίγων, μερικών χιλιάδων, που κατέχοντας γιγάντια μέσα παραγωγής εκμεταλλεύονται τους εκατομμύρια εργαζόμενους, και τους άνδρες και τις γυναίκες και τους νέους και αυτούς με επαγγελματική εμπειρία, και που αυτή η καπιταλιστική ιδιοκτησία ευθύνεται και για τις στρατιές των ανέργων και είναι η μήτρα κάθε ανισότητας στον καπιταλισμό.

Ο «πράσινος» καπιταλισμός

Μετά απ' όλα αυτά δεν είναι περίεργο που η ΣΕΣ αναδεικνύει τον «κοινωνικό διάλογο» ως το φάρμακο διά πάσαν νόσον και κυρίως ως το κοινωνικό αναισθητικό στην καπιταλιστική επέλαση «...η εξεύρεση λύσεων κατόπιν διαπραγματεύσεων έχει καλύτερα αποτελέσματα για τους εργαζόμενους και την οικονομία, μπορεί δε να δημιουργήσει ευνοϊκό περιβάλλον για επενδύσεις». Οι επενδύσεις στην «πράσινη» οικονομία είναι το νέο φετίχ των εργατοπατέρων και γι' αυτό τάσσονται υπέρ της «απαραίτητης χρηματοδότησης για μια τέτοια μετάβαση και ισχυρές πολιτικές δημόσιων επενδύσεων», εννοείται υπέρ των καπιταλιστών. Μόνο που είτε ο καπιταλισμός βασίζεται στον άνθρακα είτε στη νέα «πράσινη βιομηχανία» με Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας ούτε μειώνει ούτε εξαλείφει τον καταστροφικό του χαρακτήρα και απέναντι στους εργάτες, αλλά και απέναντι στη φύση. Οσο το κέρδος παραμένει στο επίκεντρο της οργάνωσης της κοινωνίας, άνθρωποι και φύση θα πληρώνουν τα λύτρα της «ανάπτυξης», που ευαγγελίζεται και η ΣΕΣ, συντασσόμενη και σε αυτό με τη νέα στρατηγική της ΕΕ.


Γιάννης ΖΑΧΑΡΟΠΟΥΛΟΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ