Κυριακή 10 Ιούνη 2001
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 3
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "7 ΜΕΡΕΣ ΜΑΖΙ"
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Το μεγαλύτερο παράσημο, η αγάπη του κόσμου»

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος έφυγε από τη ζωή, όμως η πλούσια καλλιτεχνική παρακαταθήκη του θα μας συντροφεύει

Από την ταινία «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες»
Από την ταινία «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες»
Μια αστείρευτη πηγή δημιουργίας, ζωντάνιας, γέλιου υπήρξε ο Ντίνος Ηλιόπουλος, ο μεγάλος ηθοποιός, που έφυγε από τη ζωή, την περασμένη Δευτέρα, σε ηλικία 88 χρόνων. Πάνω από μισό αιώνα προσφοράς στο θέατρο και στον κινηματογράφο ήταν η καλλιτεχνική κατάθεση του εξαίρετου κωμικού, του γλυκύτατου ανθρώπου, που μας χάρισε αμέτρητα «ταξίδια» ευθυμίας μα και συγκίνησης. «Φωτίζοντας» με το μοναδικό ταλέντο του χαρακτήρες και καταστάσεις, διδάσκοντας πως η μεγάλη τέχνη είναι μία και αδιαίρετη και δεν υπακούει σε ευκολίες, ούτε σε μόδες. Η ζωή του διασταυρώθηκε με όλους τους πρωταγωνιστές της σκηνής και της μεγάλης οθόνης. Μέσα από τις δεκάδες θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες του πρόσφερε αξέχαστες στιγμές ευφορίας και συνάμα ποιότητας, είτε μέσα από τους αμέτρητους κωμικούς ρόλους του είτε με την ανεπανάληπτη ερμηνεία του στο «Δράκο» του Νίκου Κούνδουρου. Υπηρετώντας με ιδιαίτερη σεμνότητα αλλά και πολύ μεγάλο πάθος τη μεγάλη αγάπη του, την Τέχνη, ο Ντ. Ηλιόπουλος τίμησε κάθε ρόλο που ενσάρκωσε. Δημιούργησε χαρακτήρες που αντιπροσώπευαν και αντιπροσωπεύουν την ελληνική κοινωνία, καταφέρνοντας να «μιλήσει» στις καρδιές των ανθρώπων. Το κέρδος του, έλεγε σε συνέντευξή του στο «Ρ» (9/4/95) από αυτή τη μακρόχρονη, αδιάλειπτη σχέση με το κοινό ήταν «ηθικό και είναι ίσως το πιο σημαντικό, γιατί έχει διάρκεια. Και μου μένει το μεγαλύτερο παράσημο, που είναι η αγάπη του κόσμου».

Ο Ντίνος Ηλιόπουλος ανήκε στους Ελληνες της διασποράς. Ηταν Αλεξανδρινός. Γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια το 1913. Ο Πελοποννήσιος στην καταγωγή πατέρας του ήταν μεγαλέμπορας, που όμως έπεσε έξω οικονομικά με το κραχ του 1929. Η οικογένειά του, δύο αγόρια και τρία κορίτσια, φεύγει για τη Μασσαλία, όπου ο Ντίνος Ηλιόπουλος τελειώνει το γυμνάσιο. Στην Αθήνα η οικογένεια έρχεται έξι χρόνια μετά και ο Ντ. Ηλιόπουλος ακολουθεί εμπορικές σπουδές. Υπηρετεί τη θητεία του στο στρατό, όμως η απόλυσή του από αυτόν συμπίπτει με την έναρξη του πολέμου του 1940 και ξαναντύνεται στο χακί. Αργότερα δίνει εξετάσεις στη Δραματική Σχολή του τότε Βασιλικού Θεάτρου, από όπου απορρίπτεται, για να περάσει τελικά στη Σχολή του Γιαννούλη Σαραντίδη.

Στο θεατρικό σανίδι

Στο θέατρο πρωτοεμφανίστηκε το 1944 με το θίασο της Κατερίνας, στο έργο του Λέο Λεντς «Κυρία, σας αγαπώ». Στη συνέχεια συμμετείχε στο θίασο «Αυλαία» του σκηνοθέτη Τάκη Μουζενίδη και έπαιξε στην «Τρικυμία» του Σαίξπηρ και στον «Ανθρωπο του διαβόλου» του Μπ. Σο. Εκεί τον είδε η Μαρίκα Κοτοπούλη, η οποία διέκρινε τις υποκριτικές του ικανότητες και τον προσέλαβε στο θίασό της (1946). Στο θίασο «Κοτοπούλη» ανέπτυξε το κωμικό του ταλέντο και αναδείχτηκε σε έναν από τους σημαντικότερους πρωταγωνιστές της ελληνικής σκηνής. Ερμήνευσε τον Τρουφαλδίνο στον «Υπηρέτη δύο αφεντάδων» του Γκολντόνι, έπαιξε στη μουσική κωμωδία «Μ' αγαπά, δεν μ' αγαπά» και στα αθάνατα έργα του Δημ. Ψαθά «Θανασάκης ο πολιτευόμενος», «Ζητείται ψεύτης» κ.ά.

Το 1954 συγκροτεί θίασο με τον Μίμη Φωτόπουλο, με τον οποίο αποτέλεσαν ανεπανάληπτο κωμικό δίδυμο. Τρία χρόνια αργότερα δημιουργεί δικό του θίασο, ενώ κατά διαστήματα συνεργάζεται και με άλλους θιάσους και ηθοποιούς όπως οι Ελλη Λαμπέτη, Δημήτρης Χορν, Μαίρη Αρώνη, Τζένη Καρέζη, Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Με τους δύο τελευταίους ανεβάζει το έργο των Τσιφόρου- Βασιλειάδη «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος» (1960), ενώ με τη Μαίρη Αρώνη τα έργα «Η κυρία του κυρίου», «Φωνάζει ο κλέφτης» κ.ά. Ακολουθούν τα έργα: «Το έξυπνο πουλί», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Εξοχικόν κέντρον "Ο Ερως"», κ.ά. Μέσα από τις θεατρικές ομάδες, που συγκρότησε κατά καιρούς, πολλοί νέοι ηθοποιοί είχαν την ευκαιρία να διδαχθούν όχι μόνο από την υποκριτική του αλλά και από τις σκηνοθετικές του ικανότητες. Η θιασαρχική του σταδιοδρομία συνεχίστηκε μέχρι το 1969. Ανέβασε το έργο του «Κοντσέρτο για τρομπόνι» (διασκευή από τους «Μέναιχμους» του Πλαύτου), τις κωμωδίες «Γιάννης - Τζόνι - Ιβάν» (διασκευή του «Υπηρέτη δυο αφεντάδων»), «Ενα άσπρο, ένα μαύρο» του Μαρσέλ Ασάρ κ.ά. Τα επόμενα χρόνια στράφηκε στην επιθεώρηση, πρωταγωνίστησε σε μιούζικαλ («Καμπαρέ», «Γλυκιά Ιρμα»), περιόδευσε στις ΗΠΑ και στον Καναδά (έπαιξε στις «Θεσμοφοριάζουσες» του Αριστοφάνη, στη Ν. Υόρκη).

Το 1977 ερμηνεύει τον «Αμφιτρύωνα» του Πλαύτου, στο Εθνικό Θέατρο, ενώ το 1978 εμφανίζεται στην Επίδαυρο και στο Ηρώδειο με τις «Θεσμοφοριάζουσες» σε σκηνοθεσία Αλ. Σολωμού. Τις δεκαετίες του '80 και του '90 ο αξέχαστος καλλιτέχνης συμμετείχε σε πολλές παραστάσεις μαζί με γνωστούς ηθοποιούς, όπως ο Κώστας Βουτσάς, η Τζένη Ρουσέα, ο Γιώργος Κιμούλης, ο Θύμιος Καρακατσάνης κ.ά. Η πλούσια θεατρική του πορεία θυμίζει τις παλιότερες γενιές των ηθοποιών, που ήταν προικισμένοι με μια θαυμαστή ικανότητα προσαρμογής σε όλα τα θεατρικά είδη.

Η κινηματογραφική πορεία

Παράλληλα, από νωρίς στη ζωή του Ντίνου Ηλιόπουλου μπήκε ο κινηματογράφος. Η λατρεία του για την έβδομη τέχνη είχε αρχίσει να τον κυριεύει. «Κλέβω τις φιγούρες του Φρεντ Αστέρ κι όταν πάω σπίτι μου βάζω ένα δίσκο στο πικάπ και προσπαθώ να τον μιμηθώ», θυμόταν χρόνια αργότερα. Και είναι αλήθεια πως πολλοί τον ταύτισαν με τον κορυφαίο Αμερικανό χορευτή και ηθοποιό. Το πρώτο του κινηματογραφικό «ταξίδι» ξεκινάει, το 1948, με την ταινία «Εκατό χιλιάδες λίρες». Ταινία-σταθμός στην κινηματογραφική του καριέρα ήταν ο «Δράκος» του Νίκου Κούνδουρου, στην οποία ήταν εντυπωσιακή η ερμηνεία του στο βασικό ρόλο. Είναι η ταινία, που καθιέρωσε ένα διαφορετικό πρόσωπο για τον ηθοποιό, ο οποίος μέσα από την εξαιρετική ερμηνεία του αποδεικνύει και στον πιο δύσπιστο θεατή ότι δεν είναι μόνο κωμικός ηθοποιός. Ο Ντ. Ηλιόπουλος πρωταγωνίστησε σε κωμωδίες των δημοφιλέστερων Ελλήνων σκηνοθετών του '50 και του '60 και έπαιξε όλα τα είδη της κωμωδίας, από τη φαρσοκωμωδία μέχρι τη μουσική κωμωδία. Από τις δεκάδες ταινίες που σμιλεύτηκαν με το απαράμιλλο ταλέντο του ήταν οι: «Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες», «Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος», «Προ παντός ψυχραιμία», «Γλέντι, λεφτά και αγάπη», «Ατσίδας», «Μερικοί το προτιμούν κρύο», «Ο φίλος μου ο Λευτεράκης», «Δόλωμα», «Να ζει κανείς ή να μη ζει», «Κοροϊδάρα», «Πονηρό θηλυκό, κατεργάρα γυναίκα», κ.ά. Το 1986 συμμετέχει στην ταινία του Θόδωρου Αγγελόπουλου «Μελισσοκόμος». Συνεργασίες με σπουδαίους, επίσης, πρωταγωνιστές: Ρένα Βλαχοπούλου, Τζένη Καρέζη, Γιάννης Γκιωνάκης, Κώστας Χατζηχρήστος, Νίκος Ρίζος, Αλίκη Βουγιουκλάκη, κ.ά.

Για την προσφορά του στο θέατρο τιμήθηκε με το Χρυσό Σταυρό Γεωργίου Α΄. Εκτός από τα θεατρικά έργα και τις κινηματογραφικές ταινίες, στα «πεπραγμένα» του πρέπει να προστεθούν δυο-τρεις δίσκοι (ο ένας με σατιρικά του Σουρή), δύο βιβλία με ευθυμογραφήματα, μια ποιητική συλλογή και φυσικά η αυτοβιογραφία του με τίτλο «Ενας Ηλιόπουλος ονόματι Ντίνος».

Αφιερωμένος στην Τέχνη του ο Ντ. Ηλιόπουλος πρόσφερε μεγάλες ερμηνείες. Και ψυχή. Η ψυχή ήταν γι' αυτόν το στοιχείο μιας μεγάλης ερμηνείας. Και μάλλον αυτό ήταν που εισέπραξε και συνεχίζει να εισπράττει ο κόσμος, που τον αγάπησε, οι νέοι που τον γνωρίζουν μέσα από τις ταινίες του. Αυτή η αγάπη του κόσμου θα τον συνοδεύει για πάντα, αφού η καλλιτεχνική του παρακαταθήκη δε «φεύγει» μαζί του, αλλά θα μείνει εδώ για να μεγαλώνουν με τις ταινίες του και οι επόμενες γενιές.


Ρ. Σ.


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ