Εκτός και αν πράγματι συντρέχουν λόγοι που θα στοιχειοθετήσουν την εκτίμηση ότι βρισκόμαστε στο χείλος της κατάρρευσης. Ομως ακόμα και την περίπτωση που η τρομοκρατία του τελευταίου καιρού είναι βάσιμη και πράγματι υπάρχουν κίνδυνοι και απειλές για την οικονομία, τότε το πρώτο ζήτημα που πρέπει να ξεκαθαριστεί, από τη σκοπιά των εργαζομένων, είναι το ποιος απειλεί και ποιος είναι ο απειλούμενος. Γιατί, εδώ που τα λέμε, οποιαδήποτε εξέλιξη, στην κυριολεξία οποιαδήποτε εξέλιξη, δεν μπορεί να αφορά όλους το ίδιο. Δεν μπορεί το διακύβευμα να είναι ίδιο για τον άνεργο, με εκείνο που καλείται να περισώσει ο τραπεζίτης και το τραπεζικό σύστημα. Ούτε τα εκατομμύρια των λαϊκών νοικοκυριών, που ζούνε κάτω από τα όρια της φτώχειας, μπορεί να τα τρομάξει κάτι περισσότερο από την καθημερινή επιδείνωση των προβλημάτων διαβίωσης που αντιμετωπίζουν στις σημερινές συνθήκες. Οπως και για τα εκατομμύρια των εργαζομένων και για τους εκατοντάδες χιλιάδες ελευθεροεπαγγελματίες, ποια άραγε θα είναι η εξέλιξη που θα υπονομεύσει τη θέση τους στην κοινωνία τόσο διαφορετικά, από την πολιτική που θέλει τα πάντα υποταγμένα στα στενά συμφέροντα της οικονομικής ολιγαρχίας και των παραφυάδων της;
Η μόνιμη επωδός όσων υπερθεματίζουν για την ανάγκη προώθησης των αντιδραστικών μεταρρυθμίσεων είναι ότι η οικονομία δεν έχει άλλες αντοχές. Και με το γενικό τίτλο «δεν αντέχει η οικονομία», τα οικονομικά αδύνατα στρώματα της κοινωνίας καλούνται να πληρώνουν συνεχώς το μάρμαρο. Είτε σε συνθήκες οικονομικής ανόδου, είτε τώρα που βρισκόμαστε στη φάση της οικονομικής κρίσης.
Να βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: Το ΚΚΕ, πρώτο και καλύτερο, εδώ και δεκαετίες τονίζει σε όλους τους τόνους ότι η οικονομία δεν αντέχει άλλο να την απομυζούν οι εκπρόσωποι του κεφαλαίου. Οι κομμουνιστές με απόλυτη συνέπεια καταγγέλλουν την πολιτική λεηλασίας του κοινωνικού πλούτου από τους εκμεταλλευτές της εργατικής δύναμης. Επιπλέον, πάγια και τεκμηριωμένη είναι η θέση ότι όσο αναπαράγεται το καπιταλιστικό σύστημα, που θέλει τους πολλούς να παράγουν τον πλούτο, αλλά ο πλούτος αυτός να ανήκει σε λίγους, τόσο θα οξύνονται οι καπιταλιστικές αντιθέσεις και τα προβλήματα της κοινωνίας, ενώ ταυτόχρονα θα έρχεται πιο κοντά η στιγμή για την οριστική ανατροπή του.
Η κοινωνία πράγματι:
Αυτά όλα βέβαια, μαζί με την ένταση των προβλημάτων που ορθώνονται μπροστά στους εργαζόμενους και τα οποία οξύνονται ακόμα περισσότερο σε συνθήκες κρίσης, δεν είναι συμπτώματα του σήμερα. Υπήρχαν, υπάρχουν και αναπαράγονται μαζί με το σύστημα σε όλο και πιο διευρυμένη κλίμακα, εντείνοντας τις δικές του αντιφάσεις - αντιθέσεις και περιορίζοντας όλο και περισσότερο τις δυνατότητες διαχείρισης και ελιγμών. Με αυτή την έννοια οπωσδήποτε συμβάλλουν στο βαθμό της έντασης της οικονομικής κρίσης και της κρίσης του συστήματος, αλλά δε φαίνεται πως οδηγούν άμεσα στην ...πτώχευσή του.
Αλλά ακόμα και αν προκύψει πτώχευση, όπως την αντιλαμβάνονται οι αστοί και το υπαλληλικό τους προσωπικό, αυτό θα είναι η πτώχευση και η κατάρρευση του δικού τους συστήματος. Των ίδιων των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής και της στρατηγικής που από κοινού έχουν χαράξει και εφαρμόζουν τα επιτελεία της ΕΕ και οι ντόπιες κυβερνήσεις, και η τωρινή και όλες οι προηγούμενες, αφού εδώ και μια εικοσαετία τουλάχιστον, όλες οι κινήσεις, όλα τα μέτρα, όλες οι πολιτικές είναι αποτέλεσμα στρατηγικών σχεδιασμών για την προσαρμογή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής στις σύγχρονες ανάγκες του κεφαλαίου. Η δική τους, λοιπόν, πολιτική και οι δικές τους επιλογές είναι αυτό που απειλείται. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Πάντως ακόμα και σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, για την κοινωνία και τους εργαζόμενους, για όλα τα πλατιά λαϊκά στρώματα θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν ορισμένα αδιαμφισβήτητα δεδομένα, όσο κι αν η ίδια η άρχουσα τάξη έχει φροντίσει να τα υπονομεύσει και να υποσκάψει την υπόστασή τους. Και κάτω από ορισμένες προϋποθέσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν και όπλο της κοινωνίας. Οπλο στα χέρια των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων.
Γιατί, όσοι διαδηλώνουν το ενδεχόμενο της οικονομικής (τους) κατάρρευσης με στόχο να αφοπλίσουν το λαό, καλό είναι να μην ξεχνούν ότι θεμέλιο της κοινωνικο- παραγωγικής βάσης δεν είναι το κεφάλαιο και οι εκπρόσωποί του. Ούτε οι πράσινοι και μπλε διαχειριστές τους.
Είναι οι πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας. Τα μέσα παραγωγής, τα εργοστάσια και ο εξοπλισμός τους. Ο υψηλός βαθμός κοινωνικοποίησης της παραγωγής. Οι πραγματικοί παραγωγοί του πλούτου, η εργατική τάξη και οι άλλοι εργαζόμενοι. Τα επίπεδα της τεχνικής προόδου και η χρήση της υψηλής τεχνολογίας σε διάφορους κλάδους της παραγωγής. Είναι η παραγωγικότητα της εργασίας, που, ανεξάρτητα από τα όσα λέγονται, εξακολουθεί να κινείται σε υψηλά επίπεδα.
Είναι, με δυο λόγια, όλο το φάσμα της υλικής βάσης, των παραγωγικών μέσων και των παραγωγικών δυνάμεων, που, έχοντας αναπτυχθεί σε σημαντικό βαθμό, ήδη ασφυκτιούν μέσα στα όρια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής. Σχέσεις που έτσι κι αλλιώς στις σημερινές συνθήκες - και ανεξάρτητα από τη φιλολογία των ημερών - φρενάρουν την παραπέρα ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, αφού μοναδικό κριτήριο για την εξέλιξη και ανάπτυξή τους δεν είναι ούτε οι ανάγκες, ούτε οι δυνατότητες της κοινωνίας, αλλά το επιχειρηματικό κέρδος και οι δικές του επιδιώξεις. Ενώ όμως αγκομαχούν εξαιτίας των εκμεταλλευτικών σχέσεων παραγωγής και επειδή τα μέσα παραγωγής βρίσκονται στα χέρια της οικονομικής ολιγαρχίας, ένα ...τσαφ στον τομέα των κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών είναι δυνατόν να οδηγήσει σε τέτοιες ανατροπές που μπορεί να έρθουν τα πάνω - κάτω. Και για να ακριβολογούμε, να έρθουν πάνω τα κάτω...