ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Κυριακή 11 Αυγούστου 1996
Σελ. /40
ΚΟΙΝΩΝΙΑ
"Να μείνουμε, να φάμε τι; "

Το "πέπλο" της ερήμωσης σκέπασε τα χωριά της Κόνιτσας. Τα όμορφα σοκάκια τους, κυρίως την τελευταία 30ετία, ανταμώνουν μόνο με τα αργά βήματα των γερόντων. Τα καφενεία γερνούν χωρίς τα βροντερά γέλια της παρέας, χωρίς στοιχήματα, χωρίς τον ήχο των ζαριών. Τα σχολεία έχουν ξεχάσει τις παιδικές φωνές, τα θρανία τους σαπίζουν χωρίς όνειρα και ελπίδες. Τα κλειστά παράθυρα των σπιτιών ανοίγουν μόνο το καλοκαίρι - όλο κι όλο για δέκα - δεκαπέντε μέρες - ενώ οι λιγοστοί γέροντες έχουν να αντιμετωπίσουν μόνο τη μοναξιά τους. Χωρίς γιατρό, χωρίς φάρμακα και χωρίς βοήθεια, προσπαθούν μεταξύ τους να δώσουν κουράγιο και ελπίδες για το υπόλοιπο της ζωής που τους έμεινε.

Τα χωριά που κάποτε έσφυζαν από ζωή, σήμερα στέκουν μελαγχολικά σαν να περιμένουν και αυτά - μαζί με τους τελευταίους κατοίκους τους - το τέλος. Περπατάς στους δρόμους τους και οι εικόνες σε συγκλονίζουν. Κάπου, κάπου θα συναντήσεις μια παρέα από γερόντισσες καθισμένες σε ένα πεζούλι να καρτερούν. Στα πρόσωπά τους ζωγραφισμένη η ιστορία πολλών δεκαετιών. Κάθε ρυτίδα και βάσανο, τι να πρωτοθυμηθούν. Οι νέοι λιγοστοί. Οι περισσότεροι παίρνουν τα μάτια τους και φεύγουν ψάχνοντας για μια δουλιά, έναν τόπο να μπορεί να τους θρέψει και να τους αντέξει.

Κλείνει το σχολείο

Το Κεράσοβο κάποτε ήταν κεφαλοχώρι. Σήμερα έχει όλους και όλους περίπου 200 κατοίκους από τους οποίους οι περισσότεροι είναι γέροι. Το σχολείο κάποτε φιλοξενούσε περίπου 500 παιδιά, πέρυσι είχε τέσσερα και φέτος μάλλον θα κλείσει. Οταν το χωριό ήταν στο "φόρτε" του, έβγαζε τους καλύτερους μαστόρους που δούλευαν την πέτρα. Τώρα, οι λιγοστοί νέοι που μείναν πίσω, περίπου 20, ασχολούνται με την κτηνοτροφία. Οι δε γέροι, προσπαθούν να τα βγάλουν πέρα με 25 χιλιάδες σύνταξη και στην καλύτερη περίπτωση κάποιοι παίρνουν και τη σύνταξη σαν αγωνιστές της Εθνικής Αντίστασης. Οσο για γιατρό, έρχεται μια φορά στις 15 μέρες. Το χωριό δεν έχει καμιά βοήθεια από την πολιτεία. Εγκατελειμμένο από το κράτος, ό,τι έχει διατηρηθεί ως σήμερα, οφείλεται στο μεράκι των κατοίκων που με προσωπικούς κόπους και έξοδα παλεύουν να σώσουν και να φτιάξουν ό,τι μπορούν.

"Τι να φάμε αν μείνουμε εδώ; Πράσινο και χώμα; Δεν τρώγεται, έχουμε φύγει εδώ και 35 χρόνια αναζητώντας το μεροκάματο. Το χωριό μας το αγαπάμε αλλά πώς να ζούσαμε; ", μας είπε η Σταυρούλα Στράτσιανη και συνέχισε: "σήμερα το χωριό έχει ερημώσει. Υπάρχουν λύσεις να κάνουν εργοστάσια, να αξιοποιήσουν το μέρος, αλλά ποιος; ". Η Ολγα Σάφη, μια γιαγιά 82 χρονών, θυμάται πώς ήταν το χωριό και πώς κατάντησε. "Κάποτε το σχολείο δε χώραγε τα παιδιά, τώρα έχει τέσσερα.Πήγαν όλοι στην Αθήνα, στα Γιάννενα να ζήσουν και εμείς εδώ, με μια σύνταξη 25.000 περνάμε". Τα ίδια μάς είπε και η 83χρονη Βασιλική Νίτσα.

Να 'ταν πάντα Αύγουστος

Τώρα τον Αύγουστο, το χωριό παίρνει μια άλλη μορφή, αφού γυρνούν στον τόπο τους οι "κατ' ανάγκη μετανάστες" των μεγάλων πόλεων. "Εμείς δε θέλαμε να φύγουμε από τον τόπο μας. Τα ρημάξανε τα χωριά", μας είπε ο Νίκος Τζάγκος που ζει στην Αθήνα εδώ και 35 χρόνια, "μας μαζέψανε όλους στην Αθήνα, εκεί πήγε το μεγάλο κεφάλαιο. Δούλοι όλοι μας, στις μεγάλες πόλεις και στη Γερμανία". Ενώ ο Γεώργιος Τζίνας τόνισε πως η κατάσταση στο χωριό είναι δραματική και πως αν συνεχιστεί έτσι, δεν υπάρχει ούτε προοπτική ούτε μέλλον, αφού κανείς δε δίνει σημασία.

Μοναξιά και μόνο μοναξιά. Η ερημιά έχει "φωλιάσει" πια για τα καλά και στις ψυχές των γερόντων. "Μόνο γέροι είμαστε πια εδώ. Να όπως μας βλέπεις, "μπάμπες". Δίχως παιδιά, δίχως οικογένεια, πώς να τα περνάμε μες στη μοναξιά μας", μας είπε η 83χρονη Ολγα Ντακουβάνου,ενώ σιωπηλά συμφωνούσαν με δακρυσμένα μάτια και οι άλλες τέσσερις "μπάμπες" που ήταν στην παρέα της.

"Υπάρχουν λύσεις, διάθεση δε βλέπουμε", μας είπε ο Μιλτιάδης Ντακουβάνος και συνέχισε: "έχουμε το καλύτερο νερό. Μπορούν να κάνουν ένα εργοστάσιο εμφιαλώσεως". Ενώ ο Δημήτρης Μαντουβάνος επισημαίνει κάποια άλλα προβλήματα του χωριού. Δεν υπάρχει αποχετευτικό δίκτυο μας λέει, βρωμάει το χωριό.

Αφήνοντας πίσω το Κεράσοβο, η ομορφιά του τοπίου μας μαγεύει. Θέλουμε να φτάσουμε στη Βούρμπιανη. Περνάμε μέσα από τα βουνά, ο δρόμος είναι σε απαράδεκτη κατάσταση, μικρός με μεγάλες λακκούβες. Μάλιστα βλέποντας κάποιες γέφυρες ανατριχιάζεις στη σκέψη ότι θα περάσεις από πάνω τους. Δεν έχεις όμως άλλη επιλογή.

Χωριά με "ημερομηνία λήξης"

Μέρα με τη μέρα ερημώνουν πιο πολύ τα ορεινά χωριά της Ηπείρου, αφού οι νέοι τα εγκαταλείπουν, αναζητώντας το μεροκάματο

Η Βούρμπιανη είναι ένα κεφαλοχώρι, που από το 1940 "βίωσε" τη σταδιακή εγκατάλειψη. Τότε το χωριό είχε 2.000 κατοίκους, σήμερα έχει μόνιμους μόνο 42! Στο χωρίο λειτουργούσε σχολείο, σχολαρχείο και αργότερα γυμνάσιο. Το σχολείο τώρα παραμένει κλειστό από το '85. Υπήρχε μέχρι το '72 ένας συνεταιρισμός ξυλείας, όταν έκλεισε και αυτός, έφυγαν και οι υπόλοιποι νέοι. Λόγω των δύσκολων καιρικών συνθηκών δεν μπορεί να αναπτυχθεί ούτε η κτηνοτροφία. Τώρα στο χωριό ζουν μόνιμα μόνο τέσσερις νέοι, ενώ οι υπόλοιποι είναι γέροι από 60 μέχρι 95 χρονών.Το καλοκαίρι όμως, μπορεί κανείς να συναντήσει στο καφενείο κόσμο. Κάτω από το μεγάλο πλάτανο κάθεται μια παρέα. Τους πλησιάζουμε και πιάνουμε κουβέντα. Ολοι ζουν μακριά. Μόνο ο κυρ - Γιώργος είναι μόνιμος. Εκεί βρίσκεται και ο πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Νίκος Μάτσακος.Ολοι πιστεύουν πως είναι πια πολύ αργά, για να αλλάξει η κατάσταση στο χωριό.

"Το μόνο που μπορεί να γίνει είναι το κτίριο του σχολείου να το κάνουν ξενώνα.Ετσι θα μπορούσαν να δουλεύουν και πέντε νέοι, θα δουλέψουν και τα μαγαζιά. Θα αναπτυχθεί και το χωριό, σημειώνει ο πρόεδρος του Συλλόγου, χρειάζονται όμως χρήματα" και συνεχίζει, "αν ενδιαφερόταν η πολιτεία θα ήταν και καλύτερα. Χρόνια έχει να περάσει πολιτικός από τα μέρη μας".

"Φεύγω κι εγώ"

Ο Γιώργος Σκούφιας κρατάει τα καφενείο στην πλατεία του χωριού. "Ετσι τα βγάζω πέρα, μας λέει, με το μαγαζάκι που δουλεύει μόνο το καλοκαίρι. Εχω ένα μικρό παιδί και θα πάει σχολείο του χρόνου έτσι θα αναγκαστώ να φύγω και εγώ. Εδώ δεν μπορεί να ζήσει μια νέα οικογένεια, πρώτα γιατί δεν υπάρχει δουλιά και μετά γιατί δεν έχει σχολείο.

Στο καφενεδάκι βρίσκουμε και τον γραμματέα ενός άλλου χωριού, της Οξιάς, τον Βαγγέλη Κυπαρίσση.Μας μιλάει για το χωριό του, "τα ίδια χάλια έχουμε και εμείς, για να καταλάβετε είμαστε μόνο είκοσι άτομα. Η εγκατάλειψη, από όλες τις πλευρές, σε όλο της το μεγαλείο".

Η περιπλάνηση συνεχίζεται είναι τόσα πολλά τα χωριά και θέλουμε να δούμε όσο γίνεται πιο πολλά.

Επόμενος σταθμός η Πυρσόγιαννη,χωριό ξακουστό για την ομορφιά του. Πάνω από τον Σαραντάπορο,πετρόχτιστο χωριό με πετροστρωμένα σοκάκια. Είναι ένα από τα πιο όμορφα χωριά της Ηπείρου. Δυστυχώς, όμως, και αυτό γνωρίζει την ερήμωση. Αν και το καλοκαίρι το χωριό πέρα από τους κατοίκους "κρατάει" και περαστικούς γιατί υπάρχει ξενώνας. Στην Πυρσόγιαννη, ο Γιώργος Πετσίνης μιλά για ένα άλλο είδος "ιδιωτικής πρωτοβουλίας". Για τους γέροντες που προσπαθούν με εθελοντική δουλιά, με δικά τους έξοδα και κόπο, να αναστηλώσουν το χωριό. Γι' αυτούς που έχουν μείνει πίσω και προσπαθούν να σπάσουν το τσιμέντο. Να βγάλουν στην επιφάνεια τα παλιά καλντερίμια. Να συντηρήσουν όσα υπάρχουν. Να κατασκευάσουν καινούρια.

Το χωριό κρατά το παραδοσιακό του χρώμα. Αυτό της πέτρας, που έβγαζαν οι παλιοί από τα έγκατα του βουνού, για να κατασκευάσουν τα σπίτια τους. "Αν δούμε ότι κάποιος πάει να φτιάξει σπίτι ή να εξωραϊσει το παλιό με τρόπο που να μη δένει με το σύνολο, τότε τον πλησιάζουμε οι συγχωριανοί: "Τι πας να κάνεις, δεν ταιριάζει με τα υπόλοιπα, σεβάσου το χώρο". Ετσι το κρατάμε ακόμα".

Ρημάζουμε κι εμείς μαζί

Η Λυκόρραχη είναι νεόχτιστο χωριό σε σχέση με τα άλλα της περιοχής. Αυτό, όμως, δε σημαίνει ότι βρίσκεται και σε πολύ καλύτερη μοίρα. Οι μόνιμοι κάτοικοι αριθμούν τους 70. Το σχολείο εδώ έχει 25 παιδιά, μαζί με αυτά που έρχονται από τα διπλανά χωριά. Σε όλα τα χωριά το κύριο πρόβλημα είναι η έλλειψη εργασίας.

Στη Λυκόρραχη η Ελένη Ευθυμίου θα μας πει: "Κάποτε αυτό το μέρος είχε κόσμο, είχε ζωή, τώρα ερημιά και κάθε μέρα ρημάζει περισσότερο. Ρημάζουμε και εμείς μαζί, που το βλέπουμε έτσι". Ενώ ο ιερέας του χωριού, Χρήστος Σδούκας θα μας δώσει ένα συγκλονιστικό στοιχείο στην κουβέντα μας μαζί του."Λειτουργώ σε 6 ενορίες, στην Αετομελίτσα - ένα χωριό δίπλα από εδώ - είχε να γίνει γάμος 25 χρόνια! Τι να σας πω, η ζωή μας είναι απελπιστική. Ούτε ενημέρωση δεν έχουμε. Νιώθουμε χάλια, θέλουμε τους νέους, αλλά δε βοηθάει κανείς. Πού είναι η πολιτεία; Αυτό το χωριό μόνοι μας το διατηρούμε. Θέλουμε και εμείς μια συμπαράσταση", μας είπε φορτισμένος συναισθηματικά και συνέχισε: "Τόσα χρόνια δεν ήρθε κανένας αρχηγός κόμματος να μας δει. Είναι μεγάλη μας τιμή που ήρθε η Αλέκα Παπαρήγα ως εδώ".

Νέος δε στέκεται εδώ

Ο Κώστας Κοτολούλης στη Δροσοπηγή,περίπου 100 χιλιόμετρα από τα Γιάννενα, δε στέκεται μόνο στο δρόμο που οδηγεί στο χωριό και ακόμα δεν έχει ασφαλτοστρωθεί σε όλο του το μήκος. Ούτε και στη μία μόνο γιατρό που περιθάλπει τους κατοίκους του χωριού και μόνη της δεν μπορεί να καλύψει όλες τις ανάγκες. "Εδώ δεν έχουμε ούτε τηλεόραση. Πληρώνουμε γι' αυτήν με τους λογαριασμούς της ΔΕΗ και "πιάνουμε" μόνο την ΕΤ- 1. Και αυτήν, όμως, με παράσιτα. Ούτε ένα εκατομμύριο, για να στηθεί ένας αναμεταδότης, δεν αξίζουμε;", λέει.

Σε ό,τι αφορά τον αριθμό των κατοίκων της Δροσοπηγής, η κατάσταση ίδια με τα υπόλοιπα χωριά. Περίπου 100 άτομα το χειμώνα. Το καλοκαίρι, με τους παραθεριστές φτάνουν τους 1.000. Το χωριό, πάντως, κατά τις προβλέψεις των γερόντων δεν πρόκειται να "σβήσει". Ας όψεται η πολιτική της μονόπλευρης λιτότητας, που ακολουθεί η κυβέρνηση: "Με 120 χιλιάδες σύνταξη, δεν μπορείς να ζήσεις στα Γιάννενα. Εδώ μπορείς. Γι' αυτό οι περισσότεροι που βγαίνουν στη σύνταξη, γυρνάνε πίσω στο χωριό". Νέοι όμως; "Νέος δεν μπορεί να σταθεί εδώ. Δεν έχει πόρους για να ζήσει. Αν υπήρχε μια βιομηχανία ξυλείας θα ήταν διαφορετικά τα πράγματα".

Η αντίστροφη μέτρηση

Ο τελευταίος σταθμός μας είναι το Καλπάκι,που ανήκει στην επαρχία Δωδώνης. Θεωρείται κεφαλοχώρι. Είναι και σε κεντρικό σημείο, σε σταυροδρόμι, και παρ' όλα αυτά δεν μπόρεσε να κρατήσει παρά 1.000 μόνιμους κατοίκους. Ενα αγροτικό ιατρείο, με αγροτικό γιατρό που έρχεται δυο φορές τη βδομάδα. Γυμνάσιο και Λύκειο για τα περίπου 60 παιδιά του χωριού, υπάρχει σε άλλο χωριό, στα Δολιανά, 5 χιλιόμετρα από το Καλπάκι.

Ο Νίκος Ζήγος,αγρότης και πρόεδρος του Αγροτικού Συλλόγου Καλπακίου, τονίζει ότι η αντίστροφη μέτρηση, μέχρι την ερήμωση, άρχισε μόλις τώρα. "Η νέα τιμή στο γάλα θα μας "γονατίσει" όλους. Πρόπερσι ήταν 285 με 290 δραχμές το λίτρο. Πέρσι οι κτηνοτρόφοι, που αγγίζουν το 70% των κατοίκων του χωριού, έχασαν 85 με 90 εκατομμύρια. Φέτος οι εταιρίες που το αγοράζουν έδωσαν μια προκαταβολή 115 δρχ. και εκτιμάται ότι η τιμή συνολικά δε θα ξεπεράσει τις 160 δρχ. το λίτρο. Το κάθε ζώο, δηλαδή, θα έχει παθητικό 20 χιλιάδες δρχ. Τελικά, όσο πιο πολλά ζώα έχεις, τόσο περισσότερο χάνεις. Ψάχνουν να τα πουλήσουν και δεν τα παίρνει κανείς. Αν τα πάρει, μόνο, ο χασάπης. Και αυτός με 200 δρχ. το κιλό και στο τσιγκέλι η τιμή να φτάνει τις 2.000 δρχ. " επισημαίνει.

Σε ό,τι αφορά την αγροτιά: "ανέβηκαν όλα. Λιπάσματα, σπόροι, πετρέλαια, ενοίκια της γης. Και από την άλλη έπεσε η επιδότηση από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Πέρυσι για το καλαμπόκι ήταν 12 χιλ. το στρέμμα και τώρα την υπολογίζουμε ότι θα είναι 7 χιλ. Οποιος δεν έχει δικά του μηχανήματα να δουλέψει τη γη μπαίνει μέσα και όποιος τα έχει βγάζει ελάχιστα. Ασε τα προβλήματα που υπάρχουν στην άρδευση. Δεν υπάρχει υποδομή για να πάει το νερό σε όλα τα χωράφια".

Ο Ν. Ζήγος μιλά ακόμα για τα 15 χοιροστάσια που λειτουργούσαν στο χωριό μέχρι πριν από 4 χρόνια και στα 3 που έμειναν σήμερα να συνεχίζουν με μειωμένο προσωπικό. Τα υπόλοιπα, όπως υπογραμμίζει, έκλεισαν γιατί δεν μπορούσαν να ξεπληρώσουν τους υπέρογκους τόκους από τα δάνεια που τους είχε χορηγήσει η Αγροτική Τράπεζα και εξαιτίας της χαμηλής τιμής του χοιρινού. "Τώρα αρχίζει να φεύγει ο κόσμος. Δεν υπάρχει ένα εργοστάσιο, μια επιχείρηση να τον κρατήσει στον τόπο. Και να σκεφτείς ότι εδώ είμαστε καλά. Υπάρχουν άλλα χωριά, παλιά κεφαλοχώρια, που σήμερα δε μένουν περισσότερα από 5 άτομα" καταλήγει.

ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Θανάσης ΜΠΑΛΟΔΗΜΑΣ

Ελένη ΠΑΤΟΥΛΙΑ

Φωτογραφίες: Μανόλης ΠΑΚΙΑΣ



Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ