Κυριακή 29 Γενάρη 2012
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΕΝΘΕΤΗ ΕΚΔΟΣΗ: "Ο Φρίντριχ Ενγκελς για την οικονομική κρίση"
ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Φρίντριχ Ενγκελς για την οικονομική κρίση

Η οικονομική κρίση στις καπιταλιστικές οικονομίες πολλών κρατών ακόμη και ισχυρών από την αρχή της εκδήλωσής της, τροφοδότησε συζητήσεις στα αστικά επιτελεία σε διάφορους οικονομολόγους αλλά και στις αστικές κυβερνήσεις, στην ΕΕ, για το χαρακτήρα της, την αιτία της, την αντιμετώπισή της, τις μορφές διαχείρισής της, προκειμένου οι συνέπειες για το κεφάλαιο να είναι όσο γίνεται λιγότερο οδυνηρές. Αλλωστε, κρίση σημαίνει καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων, επομένως και ενός τμήματος του κεφαλαίου, ανεξάρτητα αν αυτό στον καπιταλισμό ωθεί στη συγκεντροποίηση του κεφαλαίου. Οδυνηρές, βεβαίως, είναι σίγουρα οι συνέπειες για την εργατική τάξη, τα φτωχά λαϊκά στρώματα στα οποία ρίχνουν τα βάρη της κρίσης οι αστικές κυβερνήσεις. Οι απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος, ανάμεσά τους και οι οπορτουνιστές, ανάγοντας την αιτία της οικονομικής κρίσης στη μορφή διαχείρισης, αφαιρούν ή συγκαλύπτουν το έδαφος στο οποίο εκδηλώνεται, δηλαδή τον ίδιο τον καπιταλισμό. Οπως και το γεγονός ότι η εκδήλωσή της είναι νομοτελειακή, αντικειμενικό γεγονός, πέρα και έξω από τη θέληση των ανθρώπων. Γιατί η αιτία της οικονομικής κρίσης βρίσκεται στη βασική αντίθεση του καπιταλισμού ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην ατομική - καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Η τυχοδιωκτική πολιτική των οπορτουνιστών για την κρίση εκφράζεται με τη συγκάλυψη της αιτίας της, την εξαφάνιση της αντικειμενικότητας της εμφάνισής της, με προβολή πολιτικής διαχείρισης του καπιταλισμού για την αντιμετώπισή της, συσκοτίζει στη συνείδηση της εργατικής τάξης το δρόμο για την αντιμετώπιση της κρίσης σε όφελος των συμφερόντων της, που σημαίνει ταξική πάλη για την ικανοποίηση όλων των αναγκών της στη ρότα κατάργησης της αιτίας που δημιουργεί και αναπαράγει την κρίση, δηλαδή την κατάργηση της αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και την ατομική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της. Που οδηγεί ευθέως στην αναγκαιότητα της κοινωνικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της, άρα και στην κατάργηση της ατομικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής και στην αντικατάστασή της με την κοινωνική ιδιοκτησία. Δηλαδή, στην κατάργηση του καπιταλισμού. Ετσι, αστοί αναλυτές, και ιδιαίτερα οι οπορτουνιστές, επικαλούνται τον Μαρξ για την ερμηνεία της κρίσης, αλλά τον αρνούνται ως προς το οριστικό ξεπέρασμά της που σημαίνει πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό με την εργατική τάξη στην εξουσία. Πολύ περισσότερο, καλούν την εργατική τάξη από κοινού με τους καπιταλιστές να αντιμετωπίσουν την κρίση. Δηλαδή, οδηγούν στη διαιώνιση της υποταγής της στο κεφάλαιο. Οι Μαρξ και Ενγκελς, από το 1848, στο «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», μίλησαν για το αναπόφευκτο της οικονομικής κρίσης, το νομοτελειακό της εκδήλωσής της, καθώς και ότι μέσα απ' αυτήν ξεπροβάλλει η αναγκαιότητα αντικατάστασης του καπιταλισμού από το σοσιαλισμό.

Ας το παρακολουθήσουμε:

«Η αστική τάξη δεν μπορεί να υπάρχει χωρίς να επαναστατικοποιεί αδιάκοπα τα εργαλεία παραγωγής, δηλαδή τις σχέσεις παραγωγής, δηλαδή όλες τις κοινωνικές σχέσεις. Αντίθετα, η αμετάβλητη διατήρηση του παλιού τρόπου παραγωγής αποτελούσε τον πρώτο όρο ύπαρξης όλων των προηγούμενων βιομηχανικών τάξεων. Η συνεχής ανατροπή της παραγωγής, ο αδιάκοπος κλονισμός όλων των κοινωνικών καταστάσεων, η αιώνια αβεβαιότητα και κίνηση διακρίνουν την αστική εποχή από όλες τις προηγούμενες. Διαλύονται όλες οι στέρεες, σκουριασμένες σχέσεις, με την ακολουθία τους οι καινούριες που διαμορφώνονται παλιώνουν πριν προλάβουν να αποστεωθούν. Καθετί το κλειστό και στάσιμο εξατμίζεται, καθετί το ιερό βεβηλώνεται και στο τέλος οι άνθρωποι αναγκάζονται ν' αντικρίσουν με νηφάλιο μάτι τη θέση τους στη ζωή και τις αμοιβαίες σχέσεις τους.

Η ανάγκη να μεγαλώνει ολοένα την πώληση των προϊόντων της κυνηγά την αστική τάξη πάνω σ' όλη τη γήινη σφαίρα. Είναι υποχρεωμένη να φωλιάζει παντού, να εγκαθίσταται παντού, να δημιουργεί παντού σχέσεις.

Με την εκμετάλλευση της παγκόσμιας αγοράς, η αστική τάξη διαμόρφωσε κοσμοπολιτικά την παραγωγή και την κατανάλωση όλων των χωρών. Προς μεγάλη λύπη των αντιδραστικών, αφαίρεσε το εθνικό έδαφος κάτω από τα πόδια της βιομηχανίας. Εκμηδενίστηκαν και εξακολουθούν ακόμα καθημερινά να εκμηδενίζονται οι παμπάλαιες εθνικές βιομηχανίες. Εκτοπίζονται από νέες βιομηχανίες που η εισαγωγή τους γίνεται ζωτικό ζήτημα για όλα τα πολιτισμένα έθνη, από βιομηχανίες που δεν επεξεργάζονται πια ντόπιες πρώτες ύλες, αλλά πρώτες ύλες που βρίσκονται στις πιο απομακρυσμένες ζώνες και που τα προϊόντα τους δεν καταναλώνονται μονάχα στην ίδια τη χώρα, αλλά ταυτόχρονα σε όλα τα μέρη του κόσμου. Στη θέση των παλιών αναγκών, που ικανοποιούνταν από τα εθνικά προϊόντα, μπαίνουν καινούριες ανάγκες, που για να ικανοποιηθούν απαιτούν προϊόντα των πιο απομακρυσμένων χωρών και κλιμάτων. Στη θέση της παλιάς τοπικής και εθνικής αυτάρκειας και αποκλειστικότητας μπαίνει μια ολόπλευρη συναλλαγή, μια ολόπλευρη αλληλεξάρτηση των εθνών. Κι αυτό που γίνεται στην υλική παραγωγή γίνεται και στην πνευματική παραγωγή. Τα πνευματικά προϊόντα των μεμονωμένων εθνών γίνονται κοινό κτήμα. Η εθνική μονομέρεια και ο εθνικός περιορισμός γίνονται όλο και πιο αδύνατα και από τις πολλές εθνικές και τοπικές φιλολογίες διαμορφώνεται μια παγκόσμια φιλολογία.

Με τη γρήγορη βελτίωση όλων των εργαλείων παραγωγής, με την απεριόριστη διευκόλυνση των επικοινωνιών, η αστική τάξη τραβάει στον πολιτισμό όλα, ακόμα και τα πιο βάρβαρα έθνη. Οι φτηνές τιμές των εμπορευμάτων της είναι το βαρύ πυροβολικό που γκρεμίζει όλα τα σινικά τείχη και που αναγκάζει όλα τα έθνη να δεχτούν τον αστικό τρόπο παραγωγής, αν δε θέλουν να χαθούν. Τα αναγκάζει να εισαγάγουν στη χώρα τους το λεγόμενο πολιτισμό, δηλαδή να γίνουν αστοί. Με μια λέξη, δημιουργεί έναν κόσμο "κατ' εικόνα της".

Η αστική τάξη υπέταξε την ύπαιθρο στην κυριαρχία της πόλης. Δημιούργησε τεράστιες πόλεις, αύξησε σε μεγάλο βαθμό τον αριθμό του αστικού πληθυσμού σε σύγκριση με τον αγροτικό και απέσπασε έτσι ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού από την ηλιθιότητα της αγροτικής ζωής. Οπως εξάρτησε την ύπαιθρο από την πόλη, έτσι εξάρτησε τις βάρβαρες και τις μισοβάρβαρες χώρες από τις πολιτισμένες, τους αγροτικούς λαούς από τους αστικούς λαούς, την Ανατολή από τη Δύση.

Η αστική τάξη όλο και περισσότερο καταργεί τον κατακερματισμό των μέσων παραγωγής, της ιδιοκτησίας και του πληθυσμού. Συσσώρευσε τον πληθυσμό, συγκεντροποίησε τα μέσα παραγωγής και συγκέντρωσε την ιδιοκτησία σε λιγοστά χέρια». (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 23-25).

Σε άλλο σημείο του «Κομμουνιστικού Μανιφέστου», οι Μαρξ και Ενγκελς αναφέρουν:

«Μπρος στα μάτια μας συντελείται μια παρόμοια κίνηση. Οι αστικές σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής, οι αστικές σχέσεις ιδιοκτησίας, η σύγχρονη αστική κοινωνία, που δημιούργησε τόσο ισχυρά μέσα παραγωγής και ανταλλαγής, μοιάζει με το μάγο εκείνο που δεν καταφέρνει πια να κυριαρχήσει πάνω στις καταχθόνιες δυνάμεις που ο ίδιος κάλεσε. Εδώ και δεκάδες χρόνια, η ιστορία της βιομηχανίας και του εμπορίου δεν είναι τίποτε άλλο παρά η ιστορία της εξέγερσης των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων ενάντια στις σύγχρονες σχέσεις παραγωγής, ενάντια στις σχέσεις ιδιοκτησίας, που αποτελούν τους όρους ύπαρξης της αστικής τάξης και της κυριαρχίας της. Αρκεί ν' αναφέρουμε τις εμπορικές κρίσεις που με την περιοδική τους επανάληψη όλο και πιο απειλητικά αμφισβητούν την υπόσταση ολόκληρης της αστικής κοινωνίας. Στις εμπορικές κρίσεις καταστρέφεται τακτικά ένα μεγάλο μέρος όχι μονάχα των έτοιμων προϊόντων, αλλά ακόμα και των παραγωγικών δυνάμεων που ήδη είχαν δημιουργηθεί. Στις κρίσεις ξεσπά μια κοινωνική επιδημία που σε κάθε άλλη προηγούμενη εποχή θα φαινόταν σαν παραλογισμός, η επιδημία της υπερπαραγωγής. Η κοινωνία ξαφνικά βρίσκεται πάλι πίσω σε κατάσταση στιγμιαίας βαρβαρότητας. Θα 'λεγε κανείς ότι ένας λιμός, ένας γενικός καταστροφικός πόλεμος της έκοψε όλα τα μέσα ύπαρξης. Η βιομηχανία, το εμπόριο φαίνονται εκμηδενισμένα. Και γιατί; Γιατί η κοινωνία έχει πάρα πολύ πολιτισμό, πάρα πολλά μέσα ύπαρξης, πάρα πολλή βιομηχανία, πάρα πολύ εμπόριο. Οι παραγωγικές δυνάμεις που διαθέτει δε χρησιμεύουν πια για την προώθηση του αστικού πολιτισμού και των αστικών σχέσεων ιδιοκτησίας. Αντίθετα, έγιναν πάρα πολύ μεγάλες γι' αυτές τις σχέσεις, εμποδίζονται από αυτές και κάθε φορά που οι παραγωγικές δυνάμεις ξεπερνούν το εμπόδιο αυτό, φέρνουν σε αναταραχή ολόκληρη την αστική κοινωνία, απειλούν την ύπαρξη της αστικής ιδιοκτησίας. Οι αστικές σχέσεις έγιναν πάρα πολύ στενές για να περιλάβουν τα πλούτη που δημιουργήθηκαν από αυτές. Πώς ξεπερνά η αστική τάξη τις κρίσεις; Από τη μια μεριά καταστρέφοντας αναγκαστικά μάζες από παραγωγικές δυνάμεις. Από την άλλη, κατακτώντας καινούριες αγορές και εκμεταλλευόμενη πιο βαθιά τις παλιές. Πώς λοιπόν; Προετοιμάζοντας πιο ολόπλευρες και πιο τεράστιες κρίσεις και ελαττώνοντας τα μέσα για να προλαβαίνει τις κρίσεις.

Τα όπλα που χρησιμοποίησε η αστική τάξη για να ανατρέψει τη φεουδαρχία στρέφονται τώρα ενάντια στην ίδια την αστική τάξη.

Ομως η αστική τάξη δε σφυρηλάτησε μονάχα τα όπλα που θα της φέρουν το θάνατο. Δημιούργησε και τους ανθρώπους που θα χειριστούν αυτά τα όπλα, τους σύγχρονους εργάτες, τους προλετάριους.

Στο βαθμό που αναπτύσσεται η αστική τάξη, δηλαδή το κεφάλαιο, στον ίδιο βαθμό αναπτύσσεται και το προλεταριάτο, η τάξη των σύγχρονων εργατών που ζουν μονάχα τόσο όσο βρίσκουν δουλειά, και που βρίσκουν τόσο δουλειά όσο η δουλειά τους αυξάνει το κεφάλαιο. Αυτοί οι εργάτες που είναι αναγκασμένοι να πουλιούνται κομματάκι κομματάκι, είναι ένα εμπόρευμα όπως κάθε άλλο εμπορικό είδος, και γι' αυτό είναι εκτεθειμένοι σε όλες τις εναλλαγές του συναγωνισμού, σε όλες τις διακυμάνσεις της αγοράς». (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 26-27).

Οι Μαρξ και Ενγκελς στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» υπογραμμίζουν επίσης: «Αντίθετα, ο σύγχρονος εργάτης, αντί ν' ανυψώνεται με την πρόοδο της βιομηχανίας, βυθίζεται όλο και πιο χαμηλά, πιο κάτω ακόμα κι από τις συνθήκες ζωής της ίδιας του της τάξης. Ο εργάτης πέφτει στην αθλιότητα και η μαζική αθλιότητα αυξάνει ακόμα πιο γρήγορα από τον πληθυσμό και τον πλούτο. Ετσι γίνεται φανερό ότι η αστική τάξη είναι ανίκανη να παραμείνει άλλο κυρίαρχη τάξη της κοινωνίας και να επιβάλει στην κοινωνία σαν ρυθμιστικό νόμο τους όρους ύπαρξης της τάξης της. Είναι ανίκανη να κυριαρχεί γιατί είναι ανίκανη να εξασφαλίσει στο σκλάβο της την ύπαρξη, ακόμα και μέσα στη σκλαβιά του, γιατί είναι υποχρεωμένη να τον ρίξει ως την κατάσταση που θα χρειάζεται να τον τρέφει αυτή αντί να τρέφεται η ίδια από αυτόν. Η κοινωνία δεν μπορεί πια να ζήσει κάτω από την κυριαρχία της αστικής τάξης, δηλαδή η ύπαρξη της αστικής τάξης δε συμβιβάζεται άλλο με την κοινωνία.

Ο ουσιαστικός όρος για την ύπαρξη και την κυριαρχία της αστικής τάξης είναι η συσσώρευση του πλούτου στα χέρια ιδιωτών, ο σχηματισμός και η αύξηση του κεφαλαίου. Η προϋπόθεση του κεφαλαίου είναι η μισθωτή εργασία. Η μισθωτή εργασία στηρίζεται αποκλειστικά στο συναγωνισμό ανάμεσα στους ίδιους τους εργάτες. Η πρόοδος της βιομηχανίας, που η αστική τάξη είναι ο άβουλος και παθητικός της φορέας, βάζει στη θέση της απομόνωσης των εργατών μέσα από το συναγωνισμό την επαναστατική τους συνένωση μέσα από την οργάνωση. Ετσι, με την ανάπτυξη της μεγάλης βιομηχανίας αφαιρείται κάτω από τα πόδια της αστικής τάξης το ίδιο το έδαφος που πάνω στη βάση του παράγει και ιδιοποιείται τα προϊόντα. Πριν από όλα, η αστική τάξη παράγει τους ίδιους τους νεκροθάφτες της. Η πτώση της και η νίκη του προλεταριάτου είναι το ίδιο αναπόφευκτα» (Μαρξ - Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος» σελ. 33-34).

Βεβαίως, ο Μαρξ, στο αξεπέραστο έργο του «Το Κεφάλαιο», απέδειξε αναλυτικά και συγκεκριμένα αυτήν την πραγματικότητα, δηλαδή ότι το πέρασμα από τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό είναι νομοτελειακό.

Στο «Κεφάλαιο», ο Μαρξ απέδειξε ότι αντικειμενικά ο καπιταλισμός θα αντικατασταθεί από τον ανώτερο, κομμουνιστικό τρόπο παραγωγής. Οτι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα. Και απέδειξε ότι αντικειμενικά και μέσω της δράσης των ίδιων των νόμων κίνησης του καπιταλισμού φτάνει στο τέλος του. Το εξηγεί μιλώντας για την ιστορική τάση της καπιταλιστικής συσσώρευσης («Κεφάλαιο», τ. 1ος), αλλά και με τη μελέτη της μετοχικής εταιρείας («Κεφάλαιο», τ. 3ος).

Το γεγονός ότι τα όρια του καπιταλισμού δεν είναι απεριόριστα διαπιστώνεται από την όξυνση της βασικής του αντίθεσης ανάμεσα στην κοινωνική παραγωγή και στην καπιταλιστική ιδιοποίηση των αποτελεσμάτων της, και από την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης.

Οι καπιταλιστές αυξάνουν την παραγωγικότητα, αυξάνοντας τη μάζα των κερδών τους, αλλά αυτή η τάση οδηγεί στην πτώση του ποσοστού του κέρδους, που σημαίνει ότι αντικειμενικά δυσκολεύεται η αναπαραγωγή του κεφαλαίου. Εδώ βρίσκεται και η στενότητα των ορίων του, το αναπόφευκτο της ανατροπής του.

Ας δούμε πώς το παρουσιάζει:

«Εξαλλου, μια και το ποσοστό της αξιοποίησης του συνολικού κεφαλαίου, το ποσοστό του κέρδους, αποτελεί το κίνητρο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής (ακριβώς όπως η αξιοποίηση του κεφαλαίου αποτελεί το μοναδικό της σκοπό), η πτώση του ποσοστού του κέρδους επιβραδύνει το σχηματισμό καινούριων αυτοτελών κεφαλαίων και εμφανίζεται έτσι απειλητική για την ανάπτυξη του κεφαλαιοκρατικού προτσές παραγωγής, προάγει την υπερπαραγωγή, την κερδοσκοπία, τις κρίσεις, την εμφάνιση περίσσιου κεφαλαίου, παράλληλα με τον περίσσιο πληθυσμό. Οι οικονομολόγοι, λοιπόν, που, όπως ο Ρικάρντο, θεωρούν απόλυτο τον κεφαλαιοκρατικό τρόπο παραγωγής, νιώθουν εδώ ότι αυτός ο τρόπος παραγωγής δημιουργεί φραγμό στον ίδιο τον εαυτό του, και γι' αυτό αποδίδουν το φραγμό αυτό όχι στην παραγωγή, αλλά στη φύση (στη διδασκαλία για την γαιοπρόσοδο). Το κύριο, όμως, που τους κάνει να τρομάζουν μπρος στο μειωνόμενο ποσοστό του κέρδους, είναι η διαίσθηση ότι ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σκοντάφτει σ' έναν φραγμό, που δεν έχει καμιά σχέση με την παραγωγή του πλούτου σαν τέτοιου. Και αυτός ο ιδιόμορφος φραγμός μαρτυράει τον περιορισμένο στο χρόνο και τον ιστορικό, παροδικό μόνο χαρακτήρα του κεφαλαιοκρατικού τρόπου παραγωγής. Μαρτυράει ότι δεν αποτελεί απόλυτο τρόπο παραγωγής για την παραγωγή του πλούτου, ότι μάλλον σε μια ορισμένη βαθμίδα έρχεται σε σύγκρουση με την παραπέρα ανάπτυξή του» («Το Κεφάλαιο» τρίτος τόμος, σελ. 306).

Πώς και γιατί προάγει την υπερπαραγωγή; Οι καπιταλιστές, παράγοντας για το κέρδος, είναι υποχρεωμένοι να αυξάνουν την παραγωγικότητα. Η ίδια η τάση του ποσοστού κέρδους να πέφτει, τούς οδηγεί σ' αυτό που σημαίνει ανάπτυξη της παραγωγικής δύναμης της εργασίας, δηλαδή ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή μέσα παραγωγής που αυξάνουν στον ίδιο χρόνο τη μάζα της παραγωγής εμπορευμάτων ακόμη και με λιγότερη χρησιμοποίηση εργατικής δύναμης, δηλαδή εργατών.

Ας δούμε πώς το δίνει ο Μαρξ:

«Η σχετική μείωση του μεταβλητού κεφαλαίου έναντι του σταθερού, που συμβαδίζει με την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, ωθεί στην ανάπτυξη του εργατικού πληθυσμού, ενώ δημιουργεί διαρκώς τεχνητό υπερπληθυσμό. Η συσσώρευση του κεφαλαίου εξεταζόμενη από την πλευρά της αξίας, επιβραδύνεται από το μειωνόμενο ποσοστό του κέρδους, και επιταχύνει έτσι τη συσσώρευση των αξιών χρήσης, η οποία με τη σειρά της επιταχύνει την πορεία της συσσώρευσης από άποψη αξίας.

Η κεφαλαιοκρατική παραγωγή τείνει πάντα να ξεπεράσει αυτά τα εσωτερικά της όρια, τα ξεπερνάει, όμως, μόνο με μέσα, που της αντιτάσσουν εκ νέου και σε πιο τεράστια κλίμακα αυτά τα όρια.

Το αληθινό όριο της κεφαλαιοκρατικής παραγωγής είναι το ίδιο το κεφάλαιο, είναι το γεγονός ότι το κεφάλαιο και η αυτοαξιοποίησή του εμφανίζονται σαν αφετηρία και τέρμα, σαν κίνητρο και σκοπός της παραγωγής, ότι η παραγωγή είναι μόνο παραγωγή για το κεφάλαιο και όχι αντίστροφα, ότι δηλαδή τα μέσα παραγωγής είναι απλά μέσα για μια διαρκώς διευρυνόμενη διαμόρφωση του προτσές της ζωής για την κοινωνία των παραγωγών. Τα όρια, μέσα στα οποία μόνο μπορούν να κινηθούν, η διατήρηση και η αξιοποίηση της κεφαλαιακής αξίας, οι οποίες βασίζονται στην απαλλοτρίωση και στην πτώχευση της μεγάλης μάζας των παραγωγών, τα όρια αυτά βρίσκονται γι' αυτό διαρκώς σε αντίφαση με τις μεθόδους παραγωγής, που είναι υποχρεωμένο να χρησιμοποιήσει το κεφάλαιο για το σκοπό του και που τείνουν προς απεριόριστη αύξηση της παραγωγής, προς την παραγωγή σαν αυτοσκοπό, προς την απεριόριστη ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας. Το μέσο - απεριόριστη ανάπτυξη των κοινωνικών παραγωγικών δυνάμεων της εργασίας - έρχεται σε διαρκή σύγκρουση με τον περιορισμένο σκοπό της αξιοποίησης του υπάρχοντος κεφαλαίου. Αν λοιπόν ο κεφαλαιοκρατικός τρόπος παραγωγής είναι ένα μέσο ιστορικής σημασίας για την ανάπτυξη της υλικής παραγωγικής δύναμης και για τη δημιουργία της αντίστοιχης σ' αυτήν παγκόσμιας αγοράς, αποτελεί ταυτόχρονα τη μόνιμη αντίφαση ανάμεσα σ' αυτό το ιστορικό του καθήκον και στις αντίστοιχές του κοινωνικές σχέσεις παραγωγής» («Το Κεφάλαιο», τρίτος τόμος, σελ. 316).

Η διαρκής ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων σε σχέση με τον περιορισμένο σκοπό της αξιοποίησης του κεφαλαίου οδηγεί στην κρίση.

Ο Ενγκελς στο «Αντι-Ντίρινγκ» στο τρίτο μέρους του έργου, «Ο σοσιαλισμός», κάνει μια πολύ συγκεκριμένη, σύντομη και εκλαϊκευμένη παρουσίαση όλων αυτών που ζούμε σήμερα με την κρίση. Επομένως, έχει ιστορική αξία, γιατί γράφτηκε το 1877 και μιλά για το σήμερα. Αναδεικνύει το πέρασμα της ατομικής παραγωγής στην κοινωνική με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων που φρενάρονται από τις καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής, την αντίφαση της κοινωνικής παραγωγής και της ατομικής ιδιοποίησης των αποτελεσμάτων της που οδηγεί στην κρίση, το αντικειμενικό της εκδήλωσης της κρίσης στο πλαίσιο της εμπορευματικής παραγωγής και της αγοράς, καθώς και το γεγονός ότι αντικειμενικά η κρίση στην παραγωγή θα εξαφανιστεί μόνο με το πέρασμα στο σοσιαλισμό. Το συγκεκριμένο κεφάλαιο έχει τίτλο «Θεωρητικά» και το παρουσιάζουμε σήμερα στο ένθετο «Ιστορία», («Αντι-Ντίρινγκ» εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 416-437).


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ