Πολύ γρήγορα επιβεβαιώνει η κυβέρνηση, διά τροπολογιών, τον εμπορευματικό χαρακτήρα του Μουσείου και τους κινδύνους για την πολιτιστική μας κληρονομιά που προκύπτει από αυτόν
Η κυβέρνηση κατέθεσε τέσσερις προσθήκες στον αντιδραστικό νόμο 3711 του 2008 (με τον οποίο το ΝΜΑ ορίστηκε ως ΝΠΔΔ, αποκομμένο από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, ακριβώς για να λειτουργήσει με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια):
Eurokinissi |
Και το πλέον επικίνδυνο: «Τα κάθε είδους δικαιώματα, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, από την αξιοποίηση και εκμετάλλευση των εκθεμάτων και συλλογών του Μουσείου παραχωρούνται κατ' αποκλειστικότητα στο νομικό πρόσωπο αυτού». Πρόκειται για μια «πονηρή» και επικίνδυνη τροπολογία: Δεν ξεκαθαρίζει τι είδους «αξιοποίηση» και «εκμετάλλευση» των σημαντικών αρχαίων εκθεμάτων του θα γίνεται. Αφήνει αυτά τα εκθέματα (προερχόμενα από την Ακρόπολη) ως «προίκα» σε ένα Νομικό Πρόσωπο που δεν έχει καμία σχέση με την Αρχαιολογική Υπηρεσία, δηλαδή με τον αρμόδιο για την πολιτιστική κληρονομιά, κρατικό φορέα!
Συστήνεται και «αυτοτελές γραφείο» υπαγόμενο απ' ευθείας στον πρόεδρο του ΔΣ του μουσείου, χωρίς να προσδιορίζεται ο ρόλος του ή η αναγκαιότητά του. Προφανώς, πρόκειται για μια ομάδα καλοπληρωμένων «συμβούλων - μάνατζερ» που θα διαχειρίζονται τις «τύχες» του Μουσείου...
Κι όμως, το διάστημα που προηγήθηκε των πανάκριβων - και ενταγμένων πλήρως τον αστικό «κοσμοπολιτισμό» - εγκαινίων του ΝΜΑ στις 20/6, ο ελληνικός λαός δέχτηκε μια πρωτοφανή προπαγανδιστική επίθεση χειραγώγησης, με στόχο να «νομιμοποιηθεί» όχι μόνο το «αμαρτωλό» κτίριο, αλλά η ίδια η αντιδραστική «πολιτιστική» πολιτική όλων των κυβερνήσεων του δικομματισμού και της ΕΕ. Αυτό που πραγματικά επιδιώκεται είναι η επίσπευση της εφαρμογής των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων και στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς, μέσω της εμπορευματοποίησής της και της ολοκλήρωσης της διαδικασίας αποδιάρθρωσης των εργασιακών σχέσεων σε όλο το φάσμα του πολιτιστικού τομέα.
ICON |
Οι αντιδράσεις υπήρχαν από τη σκέψη ακόμη για την κατασκευή ενός μουσείου στον ελεύθερο και σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του Μακρυγιάννη, στους πρόποδες της Ακρόπολης. Οχι μόνο από μαζικούς και επιστημονικούς φορείς που έβλεπαν την τσιμεντοποίηση ενός ακόμη ελεύθερου χώρου, από ένα αμφισβητούμενης αισθητικής κτίριο που λειτουργεί ανταγωνιστικά με τα μνημεία της κλασικής αρχαιότητας και που σε κάθε άλλη περίπτωση θα συνιστούσε «έμμεση βλάβη» ως προς αυτά ακόμη και με τον ισχύοντα αρχαιολογικό νόμο. Αλλά και από μεμονωμένους επιστήμονες, προσωπικότητες κοινής αποδοχής, όπως ο σημαντικός αρχιτέκτονας, Αρης Κωνσταντινίδης. Ο οποίος, λίγο πριν το θάνατό του έγραφε («Αθλια Επικαιρότητα», 1991, «Αγρα»): «Να μείνει, χίλιες φορές, το μουσείο έτσι όπως βρίσκεται απάνω στο Ιερό Βράχο (όσο κι αν είναι μίζερο και ελαττωματικό), παρά να διακινδυνέψουμε κάτι το βάναυσο και το αποτροπιαστικό».
Τον Απρίλη του 2008, λίγο πριν την παρουσίαση του θεσμικού πλαισίου λειτουργίας του ΝΜΑ από τον τότε υπουργό Πολιτισμού, Μ. Λιάπη, σε μια από τις συνεδριάσεις του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου για τη μελέτη αποκατάστασης του δυτικού τμήματος του θριγκού στη βόρεια περίσταση του Παρθενώνα, αναδείχθηκε μια, φαινομενικά «άσχετη» με το ΝΜΑ, παράμετρος: Από το 1977 μέχρι και τα μέσα της 10ετίας του '90, αποκαθηλώθηκαν (για συντήρηση) από τον Παρθενώνα αρχιτεκτονικά γλυπτά του δυτικού αετώματος, οι Καρυάτιδες, απολαξευμένες ανατολικές μετώπες, τρεις βόρειες μετώπες, η δυτική ζωφόρος κ.ά και αντικαταστάθηκαν με αντίγραφα. Στη συνεδρίαση τέθηκε και θέμα «προσωρινότητας» των επεμβάσεων, αφού αυτές γίνονται με τρόπο «πλήρως αναστρέψιμο». Δηλαδή, αν οι επόμενες γενιές θελήσουν να ξανατοποθετήσουν τα γνήσια γλυπτά του Παρθενώνα... θα μπορούν. Οπερ σημαίνει: Τρεις - τέσσερις δεκαετίες εργασιών, με την προϋπόθεση ότι η Αθήνα... θα «καθαρίσει».
Eurokinissi |
Το τι πραγματικά σημαίνουν όλα αυτά φάνηκε το Μάη του 2008, όταν παρουσιάστηκε το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας του ΝΜΑ: Επιβεβαιώνοντας ότι το μουσείο θα αποτελέσει «μπούσουλα» για τη λειτουργία όλων των μουσείων, καταρχήν, με όρους καπιταλιστικής «αγοράς», το νομοσχέδιο αποκόπτει, αμέσως, το ΝΜΑ από την Αρχαιολογική Υπηρεσία - κατά τα αντιδραστικά πρότυπα του Οργανισμού του ΥΠΠΟ του 2003 - καθιστώντας το ΝΠΔΔ, με «γνώμονα τη μεγαλύτερη διοικητική και οικονομική του αυτοτέλεια». Δηλαδή, την ουσιαστική του παράδοση στο κεφάλαιο μέσω «χορηγιών» και λοιπών «πηγών» χρηματοδότησης, που προβλέπονται στο - νόμο, πλέον - ν/σ. Ο ίδιος ο Μ. Λιάπης ξεκαθάρισε ότι αυτό το «μοντέλο» θα αποτελέσει καθεστώς για όλα τα κρατικά μουσεία, σημειώνοντας ότι «αποτελεί δομικό κομμάτι της στρατηγικής της πολιτείας για τον πολιτισμό».
Η αποκοπή του μουσείου από την Αρχαιολογική Υπηρεσία είναι το κομβικό σημείο της υπόθεσης. Οι αρχαιολόγοι τάχθηκαν κατά της μετατροπής των δημόσιων μουσείων σε ΝΠΔΔ, θυμίζοντας, ότι τα ξένα μουσεία (που επικαλέστηκε ο υπουργός) είναι «ιδιωτικοί οργανισμοί με στόχο το κέρδος», κάτι που φυσικά η κυβέρνηση το ξέρει. Οπως το ήξερε και η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, όταν με τον Οργανισμό του ΥΠΠΟ απέκοπτε επίσης μεγάλα κρατικά μουσεία της χώρας ακριβώς για να τα «αποδεσμεύσει» από κάθε δημόσιο έλεγχο και να τα μετατρέψει σε επιχειρήσεις.
Phasma |
Icon |
Αξίζει να σημειωθεί ότι, τον περασμένο Φλεβάρη, μέσα σε ελάχιστο χρόνο μετά την ολοκλήρωσή του και λίγους μήνες πριν τα επίσημα εγκαίνιά του, το ΝΜΑ, από ...«φάρος» του νεοελληνικού πολιτισμού - όπως είχε χαρακτηριστεί - εκλαμβάνεται ως «κτίριο που καταπίνει τα εκθέματά του»! Η φράση ακούστηκε σε συνεδρίαση του Συμβουλίου Μουσείων του υπουργείου Πολιτισμού, που κλήθηκε να εγκρίνει τη μουσειολογική μελέτη του ΝΜΑ, και είναι χαρακτηριστική της επιστημονικής - και τελικά ιδεολογικής και πολιτικής - διαπάλης ακόμη και πάνω στον τρόπο παρουσίασης των εκθεμάτων. Αν και η μελέτη... εγκρίθηκε ομόφωνα, ωστόσο κατατέθηκαν σοβαρές παράμετροι, όπως το γεγονός ότι η μελέτη κατατέθηκε προς έγκριση ενώ ουσιαστικά ...έχει εφαρμοστεί, ενώ στην ομάδα εργασίας που είχε οριστεί από το ΥΠΠΟ δεν υπήρχε μουσειολόγος.
Αυτό το μουσείο όμως δεν προοριζόταν για μουσειολόγους, ούτε καν για συντηρητές, αφού το... μουσείο - «φάρος» δεν έχει καν εργαστήριο συντήρησης. Εχει όμως... εστιατόριο με θέα στην Ακρόπολη, θα λειτουργεί από το πρωί μέχρι το βράδυ με συμβασιούχους εργαζόμενους και ανασφάλιστους νέους μέσω «Stage» κλπ. Οπως έγραψε και ο καθηγητής Αρχαιολογίας, Χρ. Ντούμας («Καθημερινή» 5/6/2009): «Πράγματι, το νέο Μουσείο Ακροπόλεως είναι κτίριο αναφοράς και θα μπορούσε να είναι έργο άξιο θαυμασμού ως δημιούργημα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής κάπου αλλού και για να στεγάσει εντελώς άλλα πράγματα, όχι το κλασικό ιδεώδες. Το κτίριο αυτό δεν συνιστά αόρατο κέλυφος που θα συμβάλει στην ανάδειξη τόσο των πέριξ μνημείων όσο των εκθεμάτων μέσα σ' αυτό. Τουναντίον, εξωτερικά μεν κραυγάζει, εσωτερικά δε με τις διαστάσεις και τη διαρρύθμισή του τείνει να εκμηδενίσει τα κορυφαία δημιουργήματα της κλασικής τέχνης, καταδικάζοντας το κλασικό ιδεώδες σε αιώνια... κάθειρξη! (...) Φαίνεται όμως ότι τα σημερινά κριτήρια είναι διαφορετικά. Ισως η ελκυστικότητα της... καφετέριας και η αποδοτικότητα της επιχείρησης έχουν προτεραιότητα!»...