Κυριακή 25 Ιούνη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 18
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η οδηγία Μπολκεστάιν και ο Μαρξ

Ενας Αγγλος συγγραφέας του 18ου αιώνα έγραφε: «Στη Γαλλία η εργασία είναι κατά ένα ολόκληρο τρίτο φτηνότερη απ' ό,τι στην Αγγλία: Γιατί οι Γάλλοι φτωχοί (εργάτες) εργάζονται σκληρά ενώ η τροφή και το ντύσιμό τους είναι πενιχρά (...) έτσι που πράγματι ξοδεύουν καταπληχτικά λίγο χρήμα». Ακολουθεί μια λεπτομερής περιγραφή των «ταπεινών» διατροφικών συνηθειών των Γάλλων εργατών και το κείμενο συνεχίζει: «Φυσικά είναι δύσκολο να πετύχουμε μια τέτοια κατάσταση, δεν είναι όμως αδύνατο να την πετύχουμε, πράγμα που το αποδείχνει η ύπαρξή της τόσο στη Γαλλία, όσο και στην Ολλανδία».1

Προς την ίδια κατεύθυνση, Αγγλοι ιδιοκτήτες ορυχείων έγραφαν στους «Times» το 1866 και 1867 για τους Βέλγους εργάτες ότι «δε ζητούσαν2και δεν έπαιρναν περισσότερα ή λιγότερα από τα απολύτως απαραίτητα που χρειάζονται για να ζουν».3 Και με βάση αυτή τους τη συμπεριφορά οι Βέλγοι θα έπρεπε να αποτελούν παράδειγμα προς μίμηση, «υποδείγματα εργατών» για τους «προνομιούχους» Αγγλους εργάτες.

Ολα τα παραπάνω τα παραθέτει ο Μαρξ στο «Κεφάλαιο», για να τεκμηριώσει ότι «το πιο ενδόμυχο μυστικό» του αγγλικού κεφαλαίου, αλλά και «η μόνιμη τάση του (κεφαλαίου γενικότερα) είναι να υποβιβάσει τους εργάτες ίσαμε το μηδενικό επίπεδο».4 Δηλαδή να πλησιάσει το μηδενικό κόστος της εργατικής δύναμης. Θα μπορούσε να υποστηριχτεί πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην εποχή μας. Αν, όμως, στη θέση της τότε Γαλλίας, της Ολλανδίας, ή του Βελγίου, βάλουμε τη σημερινή Πολωνία, ή κάποιο άλλο από τα νέα μέλη της ΕΕ με χαμηλό επίπεδο μεροκάματου ή μισθού και στη θέση τής τότε κραταιάς Αγγλίας τις σύγχρονες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες της Ευρώπης, θα έχουμε μπροστά μας το πνεύμα της περίφημης οδηγίας Μπολκεστάιν.

Αυτή, αν και εμφανίστηκε από τον Ολλανδό εμπνευστή της και τους υπόλοιπους Ευρωπαίους υποστηριχτές της σαν κορυφαίο δείγμα εκσυγχρονισμού, στην πραγματικότητα μας γυρίζει πίσω στο 18ο αιώνα, ή ακριβέστερα εντάσσεται στην πάγια στρατηγική του κεφαλαίου, η οποία παραμένει αμετάβλητη ανά τους αιώνες, και η οποία, όπως αποκαλύπτει ο Μαρξ, δεν είναι άλλη από την προς τα κάτω ισοπέδωση των συνθηκών ζωής των εργαζομένων.

Αυτόν το στόχο επιδιώκει να πετύχει και η Οδηγία Μπολκεστάιν, μέσω της πλήρους φιλελευθεροποίησης των υπηρεσιών, τομέα που αντιπροσωπεύει το 70% του ΑΕΠ της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Και αυτό ισχύει αμεσότερα μεν για την αρχική της μορφή, πιο έμμεσα δε για την τελική με την οποία και ψηφίστηκε. Ομως, οι τελικές επιδιώξεις του κεφαλαίου ως προς την προς τα κάτω ισοπέδωση των εργαζομένων δεν περιορίζονται στην Ευρώπη. Και ο Μαρξ, πάντα επίκαιρος, είναι και πάλι παρών για να μας αποκαλύψει τι πρόκειται να ακολουθήσει. «Αν η Κίνα γίνει μεγάλη βιομηχανική χώρα, δε βλέπω πώς ο εργατικός πληθυσμός της Ευρώπης θ' αντέξει στον αγώνα, χωρίς να κατέβει ίσαμε το επίπεδο των ανταγωνιστών του». Αν και πρόκειται εδώ για εκτίμηση - προτροπή του μέλους του Αγγλικού κοινοβουλίου κυρίου Στάμπλτον του 1873, είναι βέβαιο ότι αυτή θα μπορούσε κάλλιστα να γίνει από κάποιον Επίτροπο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ή κάποιο Ευρωπαίο πρωθυπουργό το 2006.

Και το παραπάνω απόσπασμα περιέχεται σαν υποσημείωση στην τρίτη έκδοση του «Κεφαλαίου» του Μαρξ, όπου και συμπληρώνεται ότι «σήμερα προχωρήσαμε πολύ πιο πέρα χάρη στο συναγωνισμό που γίνεται στην παγκόσμια αγορά (...) Οχι πια ηπειρωτικά, αλλά κινέζικα μεροκάματα, αυτός είναι τώρα ο σκοπός που επιδιώκει το αγγλικό κεφάλαιο».5Και πράγματι το ευρωπαϊκό κεφάλαιο δεν περιορίζεται στην ενδοευρωπαϊκή προς τα κάτω ισοπέδωση.

Ηδη σήμερα, στην πράξη, και ίσως αύριο και με οδηγίες τύπου Μπολκεστάιν, που θα αφορούν όχι πια στην Ευρώπη αλλά στο παγκόσμιο χωριό, το κεφάλαιο με τη μετατόπιση των δραστηριοτήτων του σε χώρες εκτός Ευρώπης με χαμηλό κόστος και άθλιες συνθήκες εργασίας, πιέζει την εργατική τάξη των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών καπιταλιστικών χωρών. Και αυτή η πίεση τείνει να γίνει αφόρητη κάτω από τις συνθήκες του όλο και αυξανόμενου κύματος ανεργίας.

Από την άλλη, επειδή, όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Ενγκελς, «η υπερεργασία ενός τμήματος της εργατικής τάξης γίνεται η προϋπόθεση για την πλήρη ανεργία του άλλου τμήματος της εργατικής τάξης»,6το κεφάλαιο απαιτεί από τους εργαζόμενους των μη αναπτυγμένων χωρών, για να τους προσφέρει εργασία, να ξεχάσουν μια για πάντα ότι μπορεί να κατακτήσουν τα επίπεδα διαβίωσης της εργατικής τάξης των αναπτυγμένων χωρών.

Ετσι επιβεβαιώνεται ο Μαρξ, όταν διαπίστωνε ότι «η μισθωτή εργασία στηρίζεται αποκλειστικά στο συναγωνισμό ανάμεσα στους ίδιους τους εργάτες».7

Αν, όμως, αυτές ήταν οι εκτιμήσεις του Μαρξ για την τάση του κεφαλαίου όσον αφορά στους μισθούς, στα μεροκάματα και τις συνθήκες εργασίας, αυτή η τάση μόνον στην εποχή μας βρίσκει την πλήρη έκφρασή της στην πράξη και τούτο για μια σειρά λόγους:

Ο πρώτος είναι ότι ζούμε σε μια εποχή που οι ίδιοι οι ενυπάρχοντες νόμοι της καπιταλιστικής παραγωγής οδήγησαν σε μια κατάσταση, την οποία άλλωστε προφήτεψε ο Μαρξ, όπου περιορίζεται συνεχώς η άμεση ζωντανή εργασία στην παραγωγή, προς όφελος της αποκρυσταλλωμένης και «της γενικής κοινωνικής μάθησης, της connaissance (γνώσης) που εξελίχθηκε σε άμεση παραγωγική δύναμη»8και συνεπώς στερεύει για το κεφάλαιο η πηγή της υπεραξίας που δεν είναι άλλη από τη ζωντανή εργατική δύναμη.

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το κεφάλαιο είναι υποχρεωμένο να εντείνει την εκμετάλλευση όσων ακόμη εργάζονται, σε αντίβαρο της πιο πάνω απώλειας, ενώ παράλληλα όχι μόνον δεν είναι πια διατεθειμένο να παραχωρήσει έστω και ψίχουλα στους εργαζόμενους, αλλά επιδιώκει να τους αποσπάσει ό,τι έχουν μέχρι σήμερα κατακτήσει.

Με άλλα λόγια, για το κεφάλαιο αποτελεί σήμερα ζήτημα ζωής ή θανάτου να οδηγήσει τους εργαζόμενους στα όρια αντοχής τους. Αυτό στην πράξη σημαίνει και το τέλος της ρεφορμιστικής πολιτικής.

Κατά δεύτερο, η παραπάνω επιδίωξη του κεφαλαίου επιχειρείται στην εποχή μας κάτω από τις συνθήκες της μαζικής ανεργίας, προϊόν και αυτή της αντικατάστασης της ζωντανής εργασίας υπό καπιταλιστικές συνθήκες. Και όπως τονίζει ο Μαρξ, η σχέση αυτής της ανεργίας με την ένταση και έκταση της συσσώρευσης «καρφώνει τον εργάτη στο κεφάλαιο πιο γερά απ' ό,τι τα καρφιά του Ηφαίστου κάρφωσαν τον Προμηθέα στο βράχο».9

Τέλος, αυτή η επιδίωξη επιχειρείται στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης καπιταλιστικής παραγωγής, απόρροια του «διεθνούς χαρακτήρα του κεφαλαιοκρατικού καθεστώτος», που, όπως διαπιστώνει ο Μαρξ, έχει σαν συνέπεια την «περιπλοκή όλων των λαών στο δίχτυ της παγκόσμιας αγοράς».10

Κάτω από αυτές τις συνθήκες, υπάρχει μια ισχυρή πίεση προς τους εργαζόμενους των αναπτυγμένων καπιταλιστικών χωρών, η οποία γίνεται ακόμη πιο αφόρητη εφόσον, σε συνθήκες όξυνσης στο έπακρο των ταξικών αντιθέσεων, βρισκόμαστε μπροστά σε μια υποχώρηση της ταξικής πάλης.

Ομως, η επικαιρότητα του Μαρξ δεν ισχύει μόνον όσον αφορά στις αναλύσεις του τις σχετικές με την τάση του κεφαλαίου απέναντι στο επίπεδο ζωής της εργατικής τάξης, ή διαφορετικά όσον αφορά στην κατανόηση του κόσμου, αλλά ακόμη, και κυρίως, για τις αναλύσεις του που αφορούν στην αναγκαιότητα της επαναστατικής αλλαγής του. Αυτό ισχύει πόσο μάλλον όταν η ανάπτυξη των υλικών παραγωγικών δυνάμεων έχει φτάσει στα σημερινά επίπεδα, τα οποία και αυτά προφητικά είχε προβλέψει ο Μαρξ, όπου οι «συνθήκες της ζωτικής διαδικασίας της κοινωνίας πέρασαν οι ίδιες υπό τον έλεγχο του intellect general (της γενικής διάνοιας) και αναδιοργανώθηκαν σε αντιστοιχία με αυτήν» (οπότε και) «η ελεύθερη ανάπτυξη των ατομικοτήτων και όχι η μείωση του αναγκαίου χρόνου εργασίας για να παραχθεί υπερεργασία (θα πρέπει να γίνει) ο σκοπός της παραγωγής».11

Ετσι, λοιπόν, το ζητούμενο για τη σύγχρονη εργατική τάξη των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών δεν είναι να περιορίζει τα αιτήματά της σε τροπολογίες οδηγιών τύπου Μπολκεστάιν, ούτε ακόμη στην απόσυρση τέτοιων οδηγιών, ούτε τέλος στην υπεράσπιση γενικότερα των κεκτημένων δικαιωμάτων της στα πλαίσια του υπάρχοντος συστήματος. Και τούτο διότι από τη μια αυτό δεν μπορεί πια να της τα διασφαλίσει και από την άλλη διότι σήμερα υπάρχουν οι αντικειμενικές προϋποθέσεις περάσματος στο σοσιαλισμό.

Θα πρέπει, λοιπόν, να τίθεται άμεσα στην ημερήσια διάταξη η αναγκαιότητα της ριζοσπαστικής σοσιαλιστικής αλλαγής και τούτο διότι «τα άτομα είναι υποχρεωμένα να οικειοποιηθούν το σύνολο των υπαρχουσών παραγωγικών δυνάμεων όχι μόνον για να μπορέσουν να εκφράσουν τον εαυτό τους αλλά απλούστατα για να διασφαλίσουν την ύπαρξή τους».12

Παράλληλα, η πάλη αυτή δεν είναι δυνατόν ούτε να αντιμετωπίζεται σε εθνικό μόνο επίπεδο, αλλά θα πρέπει να πάρει το χαρακτήρα ενός μαζικού παγκόσμιου εργατικού κινήματος του μόνου ικανού να αντιπαραταχθεί αποτελεσματικά στο παγκοσμιοποιημένο κεφάλαιο.

Αυτό απαιτεί το συνδυασμό και το συντονισμό της πάλης για το σοσιαλισμό της εργατικής τάξης των αναπτυγμένων ευρωπαϊκών χωρών με αντιιμπεριαλιστικά - αντικαπιταλιστικά κινήματα σαν και αυτά της Βενεζουέλας, ή της Βολιβίας. Απαιτεί, ακόμη, το συντονισμό με αγωνιστικές κινητοποιήσεις στις «υποανάπτυκτες» χώρες, οι οποίες ακριβώς λόγω των συνθηκών εκμετάλλευσης της εργατικής τους τάξης αποτελούν στην ουσία διέξοδο στη δομική κρίση του συστήματος. Τέλος, ο αγώνας αυτός απαιτεί το συντονισμό, με τα πολύμορφα μη ποδηγετούμενα από τους κυρίαρχους κινήματα κατά της παγκοσμιοποίησης.

Αν με βάση μια μετεωρολογική θεωρία13«το φτερούγισμα μιας πεταλούδας στο Πεκίνο μπορεί να ξεσηκώσει μια καταιγίδα στη Νέα Υόρκη», τότε ο ξεσηκωμός της εργατικής τάξης της Ευρώπης σε συνδυασμό με εκείνον των εργατών των μη αναπτυγμένων χωρών, και με το ευρύτερο κίνημα κατά της «νέας τάξης», μπορεί να μετατραπεί σε θανατηφόρο πλήγμα για το σύστημα.

Τότε και μόνον τότε υπάρχει η ελπίδα να σφίξει η θηλιά γύρω από το κεφάλαιο, τότε και μόνον τότε οι εργαζόμενοι σε όλον τον κόσμο θα μπορέσουν να δουν καλύτερες μέρες και να ανατρέψουν όχι μόνο τις οδηγίες Μπολκεστάιν αλλά το απάνθρωπο σύστημα που τις γεννάει.

Παραπομπές:

1. Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», βιβλίο πρώτο, κεφάλαιο εικοστό δεύτερο, σελ. 622

2. Οπως σημειώνει ο Μαρξ «Στις αρχές του Φλεβάρη 1867 την απάντηση την έδωσε η απεργία των Βέλγων εργατών ορυχείων του Μαρσιέν που την πνίξαν με καφτό μολύβι», στο ίδιο, σελ. 621

3. Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», ό.π. σελ. 621.

4. Στο ίδιο, σελ. 621

5. Στο ίδιο, σελ. 622

6. Φρ. Ενγκελς, «Η εξέλιξη του σοσιαλισμού από την ουτοπία στην επιστήμη», στο Μαρξ, Ενγκελς, «Διαλεχτά Εργα», εκδόσεις «Γνώσεις», τόμος δεύτερος, σελ. 158

7. Κ. Μαρξ, Φρ. Ενγκελς, «Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος», εκδόσεις «Οδηγητής», 1986, σελ. 49.

8. Κ. Marx, «Grundrisse de 1857 - 1858», editions sociales, 1980, tome 2, σελ. 193

9. Κ. Μαρξ, «To Κεφάλαιο», ό.π. βιβλίο πρώτο, κεφάλαιο εικοστό τρίτο, σελ. 668

10. Κ. Μαρξ, «Το Κεφάλαιο», ό.π. βιβλίο πρώτο, κεφάλαιο εικοστό τέταρτο, σελ. 787

11. Κ. Marx, «Grundrisse de 1857 - 1858», ό.π., tome 2, σελ. 193

12. Κ. Marx, Fr. Engels, «L' Ideologie Allemande», oditions sosiales, σελ. 102 - 103.

13. Του μετεωρολόγου Edward Lorenz

ΣΗΜ.: Τα άρθρα συνεργατών μας απηχούν τις απόψεις τους


ΤΟΥ
Γιώργου ΡΟΥΣΣΗ*
Ο Γιώργος Ρούσσης είναι καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήμιο


Κορυφή σελίδας
Ευρωεκλογές Ιούνη 2024
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ