Κυριακή 19 Νοέμβρη 2006
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 2
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Στη μέγκενη της ΕΕ και των κομμάτων της

Καταρρίπτεται πλήρως ο «μύθος» ότι η σχετική οδηγία της ΕΕ και τα Προεδρικά Διατάγματα ΝΔ και ΠΑΣΟΚ στοχεύουν στον τερματισμό της ομηρίας των συμβασιούχων

Πολύς λόγος έγινε όλα τα προηγούμενα χρόνια για την περίφημη κοινοτική οδηγία 70/1999 της Ευρωπαϊκής Ενωσης και τα «παιδιά» της, τα Προεδρικά Διατάγματα (ΠΔ) 81/2003 της τότε κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ και 164/2004 της σημερινής κυβέρνησης της ΝΔ. Ολοι μαζί, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΝ, συμβιβασμένες συνδικαλιστικές πλειοψηφίες σε όλα τα επίπεδα ισχυρίζονταν - με ελάχιστες διαφοροποιήσεις μεταξύ τους - ότι η κοινοτική οδηγία οδηγεί στη μονιμοποίηση των συμβασιούχων, ξέροντας ότι λένε ψέματα.

Οδηγία διεύρυνσης της ελαστικής απασχόλησης

Οπως σαφώς αναφέρεται στην κοινοτική οδηγία, βασική της αρχή είναι «η αύξηση σε ένταση της απασχόλησης στα πλαίσια της ανάπτυξης κυρίως μέσω ελαστικότερης οργάνωσης της εργασίας...», με σκοπό «να γίνουν οι επιχειρήσεις παραγωγικές και ανταγωνιστικές...». Επομένως, ο ισχυρισμός ότι υποχρεώνει τη μονιμοποίηση των συμβασιούχων αντιβαίνει τις αρχές της και άρα δεν είναι πραγματικός.

Στο άρθρο 1 της οδηγίας επισημαίνεται ότι αυτή «αποσκοπεί στην υλοποίηση της συμφωνίας πλαισίου», που έκαναν η Ενωση Βιομηχάνων και Εργοδοτών της Ευρώπης (UNICE), το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δημοσίων Επιχειρήσεων (CEEP) και η Ευρωπαϊκή Συνομοσπονδία Συνδικάτων (CES). Και όμως, υπάρχουν δυνάμεις που, στην πρεμούρα τους να εξωραΐσουν την ΕΕ, ακόμα και σήμερα, προσπαθούν να πείσουν ότι οι εκπρόσωποι του ευρωπαϊκού κεφαλαίου και οι συμβιβασμένες ευρωπαϊκές συνδικαλιστικές ηγεσίες μερίμνησαν για το καλό των εργαζομένων!

Υπαγορευμένη από το κεφάλαιο

Η συμφωνία μεταξύ των προαναφερόμενων «κοινωνικών εταίρων» εμπεριέχει πράγματι μία φράση που λέει «για να αποτραπεί η κατάχρηση που μπορεί να προκύψει από τη χρησιμοποίηση διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου, τα κράτη - μέλη (...) λαμβάνουν (...) ένα ή περισσότερα από τα ακόλουθα μέτρα». Ομως, τα μέτρα που προβλέπονται κάθε άλλο παρά καθιστούν απαγορευτικές τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Το πρώτο μέτρο, να υπάρχουν «αντικειμενικοί λόγοι που να δικαιολογούν την ανανέωση τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας». Οχι μόνο δεν απαγορεύει, αλλά, αντιθέτως, αφήνει στις κυβερνήσεις να ορίσουν λόγους για την ύπαρξη συμβάσεων ορισμένου χρόνου. Το ότι προβλέπει οι λόγοι αυτοί να είναι «αντικειμενικοί» δε σημαίνει τίποτα, γιατί ποιος και με βάση ποια κριτήρια ορίζει ότι ο τάδε λόγος είναι αντικειμενικός ή όχι;

Το δεύτερο μέτρο είναι να οριστεί «η μέγιστη συνολική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας ορισμένου χρόνου» και το τρίτο μέτρο να οριστεί «ο αριθμός των ανανεώσεων τέτοιων συμβάσεων ή σχέσεων εργασίας». Στην επόμενη παράγραφο προβλέπεται ότι «τα κράτη - μέλη, ύστερα από διαβουλεύσεις με τους κοινωνικούς εταίρους» ορίζουν τι θεωρείται διαδοχική σύμβαση και σύμβαση ορισμένου χρόνου. Πρόκειται, λοιπόν, για μια οδηγία τόσο γενικόλογη και αόριστη που επιδέχεται πολλές ερμηνείες και άρα σε καμιά περίπτωση δεν υπαγορεύεται η υποχρεωτικότητα της μονιμοποίησης των συμβασιούχων.

Προεδρικά Διατάγματα κοροϊδίας από ΠΑΣΟΚ και ΝΔ

Την αοριστία αυτή εκμεταλλεύτηκε η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, για να συντάξει το σχετικό Προεδρικό Διάταγμα 81/2003 που, ως αντικειμενικούς λόγους ύπαρξης συμβάσεων ορισμένου χρόνου, όριζε μεταξύ άλλων: «Αν δικαιολογείται από τη μορφή ή το είδος ή τη δραστηριότητα του εργοδότη ή της επιχείρησης (...) αν η ιδιομορφία της εργασιακής σχέσης ή οι κείμενοι στο πρόσωπο του εργαζόμενου λόγοι δικαιολογούν την ορισμένη διάρκεια» και δέκα ακόμα παρόμοιους λόγους τόσο αόριστους που ο κάθε εργοδότης μπορούσε να τους επικαλεστεί χωρίς αμφισβήτηση.

Οσο για το ισχύον Προεδρικό Διάταγμα 164 της ΝΔ (γνωστό και σαν διάταγμα Παυλόπουλου), εκ του αποτελέσματος δικαίωσε το παρατσούκλι που του είχαν δώσει οι συμβασιούχοι «το Διάταγμα των αποκλεισμών και των εξαιρέσεων» καθώς χιλιάδες από αυτούς αποκλείστηκαν από το δικαίωμα στη δουλιά. Το ΠΔ εξαίρεσε πολλές κατηγορίες συμβασιούχων που προσέφεραν και ίσως συνεχίζουν να προσφέρουν πραγματική εργασία αλλά που υποκρύπτεται μέσα από σχέσεις επαγγελματικής κατάρτισης ή σχέσεις μαθητείας (άρθρο 2, παρ. 2). Ομως και από τις κατηγορίες που περιέλαβε, εξαίρεσε τη συντριπτική πλειοψηφία των συμβασιούχων. Το πέτυχε, θεσπίζοντας όρους που το πλήθος και το είδος τους είναι τέτοιο, ώστε να έπρεπε ο συμβασιούχος να περάσει από «σαράντα κύματα», προκειμένου η σύμβασή του να μετατραπεί από ορισμένου σε αορίστου.

Οι βασικοί όροι που αναφέρονται στο άρθρο 11 είναι οι εξής: Ο συμβασιούχος έπρεπε να έχει συνολική χρονική διάρκεια διαδοχικών συμβάσεων τουλάχιστον 24 μήνες, ανεξαρτήτως αριθμού ανανεώσεων των συμβάσεών του ή 18 μήνες μέσα στο 24μηνο από την αρχική σύμβαση με τρεις τουλάχιστον ανανεώσεις πέραν της αρχικής. Η σύμβαση έπρεπε να είναι ενεργός το πολύ μέχρι τρεις μήνες πριν την ισχύ του Προεδρικού Διατάγματος. Οι διαδοχικές συμβάσεις θα πρέπει να είχαν συναφθεί και εκτελεστεί στον ίδιο εργοδότη, με τους ίδιους ή παρεμφερείς όρους εργασίας, με την ίδια ή παρεμφερή ειδικότητα. Το αντικείμενο της σύμβασης έπρεπε να αφορά σε δραστηριότητες που χαρακτηρίζονται ως «πάγιες και διαρκείς ανάγκες».

«Οδύσσεια» δίχως τέλος

Ομως η «Οδύσσεια» των συμβασιούχων δεν τελείωνε εδώ. Ακολούθησε η παραπομπή στο οικείο υπηρεσιακό συμβούλιο ή άλλο αντίστοιχο όργανο ή στο Δημοτικό ή Κοινοτικό Συμβούλιο για τις δημοτικές και κοινοτικές επιχειρήσεις, για να κριθεί εάν πληρούν τους όρους. Κατόπιν την τελική κρίση δίνει το ΑΣΕΠ. Μια διαδικασία που για πολλούς συμβασιούχους ακόμα δεν έχει τελειώσει, πάνω από δύο χρόνια μετά! Ταυτόχρονα, το ΠΔ διατηρεί το θεσμό των εκτάκτων και προβλέπει ότι όσοι προσληφθούν ως συμβασιούχοι ορισμένου χρόνου μόλις συμπληρώνουν 24 μήνες θα πετιούνται στο δρόμο. Πρόκειται, λοιπόν, για ΠΔ που προωθεί και «εκσυγχρονίζει» το καθεστώς ομηρίας.


Χρήστος ΜΑΝΤΑΛΟΒΑΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ