Πέμπτη 24 Σεπτέμβρη 1998
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ
Σελίδα 7
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Προεκλογικές απάτες με "πακέτο Σαντέρ"

Η κυβέρνηση "μοιράζει" δισεκατομμύρια, οι υποψήφιοι του ΠΑΣΟΚ, της ΝΔ και του ΣΥΝ υπόσχονται έργα, που θα χρηματοδοτηθούν από ένα "πακέτο" που δεν υπάρχει!

Οι φετινές δημοτικές εκλογές χαρακτηρίζονται από ένα σημαντικό προπαγανδιστικό παραλογισμό.Η κυβέρνηση και τα κόμματα του Μααστριχτικού συνασπισμού - όλοι, πλην ΚΚΕ - υπόσχονται κονδύλια του "πακέτου Σαντέρ", το οποίο, όχι μόνο δεν έχει εγκριθεί στις Βρυξέλλες, αλλά και σημαντικές πτυχές του αμφισβητεί έντονα η ίδια η κυβέρνηση, με μνημόνιο που έχει καταθέσει επίσημα από τον περασμένο Μάη. Η όλη διαπραγμάτευση, στα πλαίσια της πρότασης της Κομισιόν (Ατζέντα 2000), δεν πρόκειται να ολοκληρωθεί πριν το 1999 και η κυβέρνηση έχει εκφράσει επίσημα αντιρρήσεις για σημαντικές πτυχές της νέας "διαρθρωτικής" πολιτικής, παρά την "κατ' αρχήν" συμφωνία. Και μπορεί στην Αθήνα να μοιράζουν ψεύτικα κονδύλια, αλλά στις Βρυξέλλες ετοιμάζονται για τη μεγάλη διαπραγμάτευση του φθινοπώρου, που αφορά τη βασική αρχή του όλου ζητήματος: Πόσο θα 'ναι το ποσό που θα διατεθεί και από πού θα προέρχονται οι εισφορές ("ίδιοι πόροι"); Η Γερμανία και οι σύμμαχοί της απαιτούν μείωση, κατά το ήμισυ τουλάχιστον, των "εθνικών" εισφορών στον κοινοτικό προϋπολογισμό, γεγονός που θα αλλοιώσει σημαντικά τα "ενδεικτικά" κονδύλια, που έχουν ανακοινωθεί από την Κομισιόν για το σύνολο του πακέτου.

Αντίθετα, τίποτα δεν πρόκειται να αλλάξει στις "επιστροφές", αφού, σύμφωνα με επίσημη έκθεση της Κομισιόν, υπολογίζεται ότι από το ποσό που έχει μεταβιβαστεί στις τέσσερις φτωχές "χώρες συνοχής" (Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία και Ισπανία), μέσω των διαρθρωτικών "ενισχύσεων" μέχρι το 1999, "ένα 35% επιστρέφει και πάλι στα υπόλοιπα κράτη - μέλη με τη μορφή εισαγωγών". Ούτε φαίνεται να αλλάζει η εκτίμηση της Κομισιόν ότι "το χάσμα συνοχής είναι τώρα σημαντικά ευρύτερο". Πρόκειται για τομή και ρήξη με την παραδοσιακή "περιφερειακή" πολιτική της Κοινότητας, ενόψει της ΟΝΕ του Μάαστριχτ. Ενισχύονται οι "μεγάλες δυνάμεις", το ιδιωτικό κεφάλαιο και οι Βρυξέλλες, ενώ εξαναγκάζεται σε τακτική εκτράχυνση το "εθνικό" κράτος. Με την περικοπή των κονδυλίων, γίνεται φανερό ότι περικόπτεται και η ευχέρεια "κοινωνικής πολιτικής" της μεσογειακής, ιδιαίτερα, σοσιαλδημοκρατίας. Ομως, η σχιζοειδής κυβερνητική πολιτική δεν οφείλεται μόνο στην πανικόβλητη αντίδραση απέναντι στην ανατροπή της κοινοτικής "περιφερειακής" πολιτικής υπέρ των "μεγάλων δυνάμεων", αλλά και σ' άλλα και σ' άλλα δύο, συναφή με την Ατζέντα 2000, προβλήματα: 1. Για το 1998 - 1999, η κυβέρνηση έχει ταυτιστεί με το "στόχο" της επανένταξης στην ΟΝΕ (προβλέπεται "αυτόματη" επανεξέταση αρχές του 2000), αλλά το κόστος και οι διαδικασίες συμπίπτουν χρονικά με τις διαπραγματεύσεις για το "πακέτο Σαντέρ", που δεν αναμένεται να ολοκληρωθούν πριν το 1999.Η κυβέρνηση γνωρίζει άριστα ότι ευρισκόμενη εκτός της ΟΝΕ,που αρχίζει την 1/1/1999, θα χάσει και τα ελάχιστα απομεινάρια διαπραγματευτικής ισχύος που της έχουν απομείνει εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και έτσι απειλείται με περαιτέρω εξανεμισμό του μεριδίου του "πακέτου" που της αναλογεί "ενδεικτικά". 2. Σε συνδυασμό με τα ανωτέρω και εξαιτίας αυτών, το "πακέτο Σαντέρ" για την περίοδο 2000 - 2006, ενδέχεται να μετατραπεί σε μηχανισμό αποσταθεροποίησης της ελληνικής οικονομίας, ιδιαίτερα αν καθυστερήσει η επανένταξη στην ΟΝΕ, συσσωρεύοντας το δυσβάσταχτο κόστος της και σε συνδυασμό με την καταπόνηση της χώρας από τα έργα για την Ολυμπιάδα του 2004.

Κυβερνητική αμηχανία

Η κατάσταση που διαμορφώνεται με την εξορία της χώρας από την ΟΝΕ, το δυσβάστακτο "έκτακτο" κόστος επανένταξης και τις διαπραγματεύσεις στα πλαίσια της Ατζέντας 2000 ("πακέτο Σαντέρ", αναθεώρηση ΚΑΠ, νέα θεσμική μεταρρύθμιση) μπορούν να εξηγήσουν τα συναινετικά παιχνίδια που κρύβονται πίσω από τον προεκλογικό παραλογισμό. Περισσότερο, ίσως, και από τα ιδιαίτερα κομματικά συμφέροντα, ενώνει ο πανικός απέναντι σε μια αδιέξοδη πραγματικότητα,αυτήν του Μάαστριχτ, που αποτελεί πλέον τη μόνη πολιτική πλατφόρμα και ιδεολογία όλων των ελληνικών κομμάτων, πλην του ΚΚΕ. Η παρατεταμένη διεθνής οικονομική κρίση κάνει να ξεχειλίσει η αγωνία του ελληνικού κεφαλαίου, αλλά δεν αποτελεί τη "δομική" της αιτία, που είναι η ΟΝΕ του Μάαστριχτ και η περιπέτεια της επανένταξης ή μη. Ετσι, αντίθετα από τις προεκλογικές διακηρύξεις, το μνημόνιο της κυβέρνησης για την Ατζέντα 2000, όπως παρουσιάστηκε στο Συμβούλιο Υπουργών Εξωτερικών (25/5/1998) στις Βρυξέλλες, χαρακτηρίζεται από αμηχανία, σκεπτικισμό και έντονη απαισιοδοξία, τόσο για την ΟΝΕ, όσο και για το "πακέτο Σαντέρ".

Ακόμη περισσότερο, η κυβέρνηση θεωρεί "ασυμβίβαστα" το "πακέτο Σαντέρ" της Κομισιόν και τις "ανάγκες" της ΟΝΕ. Σύμφωνα με το κυβερνητικό μνημόνιο, "η προτεινόμενη από την Κομισιόν μείωση της δαπάνης της διαρθρωτικής πολιτικής, σε συνδυασμό με την προοπτική αποδυνάμωσης του προνομιακού χαρακτήρα της κατηγορίας αυτής, δε συμβιβάζεται με τις δεσμεύσεις μας στον τομέα της συνοχής, ούτε και με τις ανάγκες της νέας πραγματικότητας που δημιουργείται από την ΟΝΕ. Δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε με τη λογική αυτή". Πρόκειται για εντυπωσιακή ομολογία της κυβερνητικής αμηχανίας, αφού, πριν καν αρχίσει η βασική διαπραγμάτευση για την Ατζέντα 2000, η Αθήνα αναγνωρίζει και προκαταβάλλει τη σύνθλιψη της ελληνικής οικονομίας μεταξύ ενός "μειωμένου" πακέτου Σαντέρ και του κόστους επανένταξης στην ΟΝΕ. Το πόσο άσχημα είναι τα πράγματα για την κυβέρνηση, αποδεικνύεται από την "υπενθύμιση" του μνημονίου ότι "η τελική συμφωνία δεν πρέπει να ανατρέπει τις βασικές αρχές, στις οποίες στηρίζεται η συνεργασία μεταξύ των μελών της Ενωσης", δηλαδή γίνεται επίκληση στην ίδια την ένταξη της χώρας στην Κοινότητα. Και μάλιστα, για να τονιστεί το συσσωρευμένο κόστος της ελληνικής πλευράς, τονίζεται "ο σφαιρικός χαρακτήρας της διαπραγμάτευσης" και το γεγονός ότι "καμιά μερική συμφωνία δεν μπορεί να οριστικοποιηθεί, χωρίς την επίτευξη τελικής συμφωνίας". Δεν πρόκειται για διακήρυξη μεταξύ "εταίρων", αλλά για κραυγή αγωνίας πριν από την κάθοδο στην αρένα. Οταν η κυβέρνηση βρίσκεται εκτός της χώρας, δεν μπορεί να ψευδολογεί, όπως κάνει προεκλογικά. Ετσι, στο μνημόνιο των Βρυξελλών, αναγνωρίζει ότι το βασικό πρόβλημα είναι το "μελλοντικό δημοσιονομικό πλαίσιο" και επισημαίνει ότι "οι αβεβαιότητες των επόμενων ετών δημιουργούν ερωτηματικά για την επάρκεια των πόρων, που θα διαθέσουμε στην Ενωση (1,27% του κοινοτικού ΑΕΠ). Υποστηρίζουμε, λοιπόν, είτε τον καθορισμό ανώτερου ορίου ιδίων πόρων, είτε την υιοθέτηση προοπτικών μικρότερης διάρκειας". Με δεδομένη τη γερμανική πρόταση για μείωση στο ήμισυ της "εθνικής εισφοράς", η γερμανική "συνεισφορά" ανέρχεται τώρα στο 28,7% του κοινοτικού προϋπολογισμού, είναι φανερό ότι το πρώτο ελληνικό "είτε" κατασκευάστηκε για να προωθηθεί το δεύτερο. Δηλαδή, με δεδομένη την εξορία από την ΟΝΕ, η Αθήνα ζητά "προοπτικές" μικρότερης διάρκειας από το 2000 - 2006 για το "πακέτο" και επαναδιαπραγμάτευση, ορισθείσα εκ των προτέρων, για, π.χ., το 2003. Ετσι ώστε μέχρι τότε να έχει επαρκή χρόνο επανένταξης στην ΟΝΕ των "ένδεκα". Και αυτό γιατί στη διαπραγμάτευση που πρόκειται να γίνει για το "πακέτο", εντός του 1999, αμφιβάλλει ότι θα διατηρηθούν ακόμη και οι "οροφές των δημοσιονομικών προοπτικών, σύμφωνα με το Εδιμβούργο", δηλαδή οι δεσμεύσεις του 1992 (!!!). Οσον αφορά τις προτάσεις της Κομισιόν για τα Διαρθρωτικά Ταμεία (ΔΤ) και το Ταμείο Συνοχής (ΤΣ), η κυβέρνηση αποδέχεται εκ των προτέρων "τις αρχές της δημοσιονομικής λιτότητας και πειθαρχίας", αναγνωρίζοντας τη δραστική περικοπή των κονδυλίων. Εκλιπαρεί "απλούστερη αύξηση των απαιτήσεων", όταν οι προβλεπόμενοι όροι χρηματοδότησης συνοδεύονται, ήδη, από έναν αυστηρό και εξουθενωτικό κατάλογο ποινών και απαγορεύσεων. Και φθάνει στο εξευτελιστικό σημείο να αποδέχεται εκ των προτέρων για τα Διευρωπαϊκά Δίκτυα "την ιδέα του πολυετούς προγραμματισμού, αρκεί να μην αποκλείεται ολοσχερώς η χρηματοδότηση σχεδίων". Και όλα αυτά, πάντα υπό την αίρεση της επανένταξης της χώρας στην ΟΝΕ πριν το 2004. Εν τω μεταξύ, η κυβέρνηση ανήγγειλε ήδη δημόσια ότι έχασε τη μάχη για δύο από τα πέντε "κριτήρια" του Μάαστριχτ, που πρέπει να πληρεί υποχρεωτικά για την επανένταξη στην ΟΝΕ: Αποκλίνει στο συσσωρευμένο δημόσιο χρέος και στα χαμηλά επιτόκια. Μάλιστα, η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι δε θέλει, λέει, να μειώσει τα επιτόκια, γιατί αποτελούν μια από τις ελάχιστες ελπίδες της για άμεση άντληση ρευστότητας. Αλλά χωρίς πλήρωση "κριτηρίων", δεν έχει επανένταξη στην ΟΝΕ, δεν έχει κονδύλια του "πακέτου Σαντέρ", δεν έχει Ολυμπιάδα. Τι έχει;

Βησσαρίων ΓΚΙΝΙΑΣ


Κορυφή σελίδας
Μνημεία & Μουσεία Αγώνων του Λαού
Ο καθημερινός ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΗΣ 1 ευρώ